Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Κυριακή του Παραλύτου. (Ιωάννη κεφ. ε' στίχοι 1-15).


Α' ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το σημερινό Ευαγγέλιο μας παρουσιάζει τον Κύριο να θεραπεύει θαυματουργικά τον παράλυτο στα Ιεροσόλυμα. Οι θαυματουργικές θεραπείες των αρρώστων ήταν ένα τρανό σημάδι πως ο Κύριος είναι ο αληθινός Θεάνθρωπος και Σωτήρας μας

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ.

«Τω καιρώ εκείνω, ανέβη ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα. Εστί δε εν τοις Ιεροσολύμοις επί τη προβατική, κολυμβήθρα, η επιλεγόμενη Εβραϊστι Βηθεσδά, πέντε στοάς έχουσα. Εν ταύταις κατέκειτο πλήθος πολύ των , ασθενούντων, τυφλών, χωλών, πηρών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν. Άγγελος γαρ κατά καιρόν κατέβαινεν εν τη κολυμβήθρα, και εταράσσετο το ύδωρ· ο ουν πρώτος έμβάς μετά την ταραχήν του ύδατος υγιής εγένετο ω δήποτε κατείχετο νοσήματι. Ην δε τις άνθρωπος εκεί τριάκοντα και οκτώ έτη έχων εν τη ασθενεία αυτού. Τούτον ιδών o Ιησούς κατακείμενον, και γνούς ότι πολύν ήδη χρόνον έχει, λέγει αυτώ· θέλεις υγιής γενέσθαι; απεκρίθη αυτώ ο ασθενών Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν. εν ω δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει. Λέγει αυτώ ο Ιησούς· έγειρε, άρον τον κράβαττόν σου και περιπατεί. Και ευθέως εγένετο υγιής ο άνθρωπος και ήρε τον κράβαττον αυτού και περιεπάτει. Ην δε Σάββατον εν εκείνη τη ημέρα. Έλεγον ούν οι Ιουδαίοι τω τεθεραπευμένω· σάββατον εστίν ουκ έξεστί σοι άραι τον κράβαττον. Απεκρίθη αύτοίς· ο ποιήσας με υγιή, εκείνος μοι είπεν άρον τον κράβαττον σου και περιπάτει. Ηρώτησαν ούν αυτόν τις εστίν ο άνθρωπος ο ειπών σοι, άρον τον κράβαττον σου και περιπάτει· ο δε ιαθείς ουκ ήδει τις εστίν ο γαρ Ιησούς εξένευσεν όχλου όντος εν τω τόπω. Μετά ταύτα ευρίσκει αυτόν ο Ιησούς εν τω ιερώ και είπεν αυτώ· ίδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοί τι γένηται. Απήλθεν ο άνθρωπος και ανήγγειλε τοις Ιουδαίοις ότι Ιησούς εστίν ο ποιήσας αυτόν υγιή».

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ.

Εκείνο τον καιρό ανέβηκε ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα. Εκεί στα Ιεροσόλυμα, κοντά στην πύλη που λέγεται προβατική, υπάρχει μια δεξαμενή που στα εβραϊκά τ' όνομα της είναι Βηθεσδά και έχει γύρω - γύρω πέντε υπόστεγα με καμάρες. Κάτω απ' αυτά τα υπόστεγα ήταν ξαπλωμένοι ένα μεγάλο πλήθος από αρρώστους, τυφλούς, κουτσούς, πιασμένους, που περίμεναν την κίνηση του νερού. Γιατί ο Άγγελος από καιρό σε καιρό κατέβαινε στη δεξαμενή και τάραζε το νερό· όποιος λοιπόν, ύστερα από το τάραγμα του νερού έμπαινε πρώτος στη δεξαμενή, αυτός γινόταν καλά από οποιαδήποτε και αν είχε αρρώστια. Και ήταν εκεί ένας άνθρωπος, που τριανταοχτώ χρόνια βασανιζόταν μέσα στην αρρώστια του. Αυτόν, όταν τον είδε ο Ιησούς ξαπλωμένο και κατάλαβε πως τώρα και πολύν καιρό έχει εκεί, του λέγει· Θέλεις να γίνεις καλά; Του αποκρίθηκε ο άρρωστος. Κύριε, δεν έχω άνθρωπο για να με βάλει στη δεξαμενή, όταν ταραχτεί το νερό. Πάνω στην ώρα που πάω να μπω εγώ, άλλος πριν από μένα πέφτει στο νερό. Του λέγει ο Ιησούς. Στάσου στα πόδια σου, σήκωσε το κρεβάτι σου και πήγαινε. Και αμέσως έγινε καλά ο άνθρωπος και σήκωσε το κρεβάτι του και περπατούσε. Και ήταν Σάββατο εκείνη την ημέρα. Έλεγαν λοιπόν οι Ιουδαίοι στο θεραπευμένο· Είναι Σάββατο· δε σου επιτρέπεται να σηκώσεις το κρεβάτι. Τους αποκρίθηκε- Εκείνος που μ' έκανε καλά, εκείνος μου είπε· Σήκωσε το κρεβάτι σου και πήγαινε. Τον ξαναρώτησαν Ποιος είναι ο άνθρωπος που σου είπε σήκωσε το κρεβάτι σου και πήγαινε; Αλλά ο θεραπευμένος δεν ήξερε ποιος είναι, γιατί ο Ιησούς χάθηκε μέσα στο λαό που ήταν εκεί. Ύστερα από όλα αυτά τον βρίσκει ο Ιησούς στο ναό και του λέγει- Κοίταξε, έγινες καλά μην αμαρτάνεις πια για να μη σου συμβεί τίποτα χειρότερο. Έφυγε o άνθρωπος και διαλάλησε στους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς είναι αυτός που τον έκανε υγιή.

ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ

1. Ο Κύριος ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα και βρέθηκε στη δεξαμενή Βηθεσδά. Στη δεξαμενή αυτή βρίσκονταν πολλοί άρρωστοι και περίμεναν να θεραπευτούν θαυματουργικά. Από καιρό σε καιρό κατέβαινε άγγελος του Θεού και τάραζε το νερό της κολυμπήθρας. Όποιος προλάβαινε και έπεφτε πρώτος μέσα, θεραπευόταν με θαύμα από την αρρώστια του. Εκεί ήταν ξαπλωμένος και ο παράλυτος της σημερινής περικοπής. Δεν είχε άνθρωπο να τον βοηθήσει να πέσει μέσα στο νερό, όταν ο άγγελος τάρασσε το νερό, για να θεραπευτεί. Γι' αυτό και ήταν εκεί ξαπλωμένος τριάντα οχτώ χρόνια. Αυτή η εικόνα μας φανερώνει πως πολλές φορές λείπει η αγάπη από κοντά μας. Η αγάπη όμως, κάνει αληθινούς ανθρώπους, γιατί μας βοηθάει να βρισκόμαστε κοντά στο Θεό και να γινόμαστε πραγματικά παιδιά του.
2. Η θαυματουργική επέμβαση του Κυρίου είναι καταπληκτική. Έδωσε στον παράλυτο την εντολή: «Στάσου στα πόδια σου, σήκωσε το κρεβάτι σου στον ώμο και πήγαινε». Ο παράλυτος έγινε αμέσως καλά, γιατί η θεϊκή δύναμη του Χριστού τον είχε θεραπεύσει. Όλος ο κόσμος δοκίμασε μεγάλη χαρά, εκτός από τους Φαρισαίους, που θύμωσαν πολύ και πήραν την απόφαση να βρουν την ευκαιρία για να σκοτώσουν τον Ιησού.
3. Μετά το θαύμα ο Κύριος συνάντησε και πάλι το θεραπευμένο παραλυτικό. Του φανέρωσε μια μεγάλη αλήθεια: «Κοίταξε, του λέγει, έγινες καλά. Να μην αμαρτάνεις πια, για να μη σου συμβεί τίποτα χειρότερο». Ο Κύριος υπογραμμίζει σ' όλους μας ότι ο παράλυτος ήταν άρρωστος από τις αμαρτίες του. Η αμαρτία είναι μεγάλη αρρώστια της ψυχής και έχει κακά αποτελέσματα και στο σώμα του ανθρώπου. Υπάρχουν όμως και αρρώστιες, που μας έρχονται χωρίς να τις περιμένουμε. Πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε με υπομονή και να έχουμε πάντα την ελπίδα μας στο Θεό. Στην αρρώστια μας θα φωνάξουμε βέβαια το γιατρό, αλλά πριν απ' όλα θα κάνουμε την προσευχή μας με αγάπη και εμπιστοσύνη στο Θεό. Ύστερα η ελπίδα μας θα βρίσκεται στο Χριστό. Ο θεραπευμένος παραλυτικός, θα είναι το υπόδειγμα μας. Τριάντα οχτώ χρόνια δεν έχασε ούτε στιγμή την ελπίδα του. Όλο και περίμενε να έλθει η καλή ώρα της θεραπείας του.
4. Μακάρι και εμείς να εμπιστευόμαστε από την παιδική μας ηλικία ολόκληρη τη ζωή μας στον Ιησού Χριστό. Δηλαδή να εφαρμόζουμε εκείνο που υποσχόμαστε στη θεία Λειτουργία: «Και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα» (= να παραδώσουμε). Θα έχουμε τη βεβαιότητα ότι ο Θεός είναι μαζί μας. Μας προστατεύει από κάθε κακό και μας δυναμώνει να ξεπερνάμε κάθε δοκιμασία και δυσκολία στη ζωή μας (θλίψη, αρρώστια, κ.ά.).

Δ' ΔΙΔΑΓΜΑ:

«Ίδε, υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοι τι γένηται» (Ιωάννη κεφ. ε' στίχ. 14).

Ε' ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛ. ΡΗΤΟΡΩΝ

« Ο παράλυτος δε θα είχε, φαίνεται, γονείς και συγγενείς. Δε βρέθηκε όμως επιτέλους, ένας πονετικός άνθρωπος, ένας φίλος, να ενδιαφερθεί για τον άρρωστο; Δε βρέθηκε φίλος, δυστυχώς, ούτε ένας. Ο φίλος! Να κάτι που έχουν εκτιμήσει βαθιά όλοι οι αιώνες... Αυτός είναι ο φίλος: Οικοδομεί, παρηγορεί, διορθώνει, στηρίζει, χαροποιεί» (Μητροπολίτη Νικαίας ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Λύχνος τοις ποσί μου Αθήνα 1965, σελ. 21-25).

Κυριακή 18 Απριλίου 2010

Κυριακή των Μυροφόρων.(Μάρκου κεφ. ιέ' στίχοι 43-47 και κεφ. ιστ' στίχ. 1-8). ·


Το Πάσχα είναι πάνω απ' όλες τις γιορτές και πρώτη απ' όλες τις πανηγύρεις. «Χριστός Ανέστη». Είναι και η τρανότατη απόδειξη πως ο Χριστός είναι ο Κύριος και ο Θεός μας. Η Εκκλησία μετά το Πάσχα διαβάζει εκείνες τις ευαγγελικές περικοπές, που μας παρουσιάζουν τους προσωπικούς μάρτυρες της Αναστάσεως του Κυρίου. Τέτοιοι είναι ο Θωμάς, ο Νικόδημος, ο Ιωσήφ από Αριμαθαίας, η Μαρία η Μαγδαληνή, κ.ά. Όλοι μαρτυρούν το γεγονός της Αναστάσεως, όπως το έζησαν οι ίδιοι. Έχουν μεγάλη αξία, γι' αυτό και η Εκκλησία τιμά τη μνήμη τους μετά την Κυριακή του Πάσχα.

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
«Τω καιρώ εκείνω ελθών Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ευσχήμων βουλευτής, ός και αυτός ή προσδεχόμενος την βασιλείαν του Θεού, τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού. ο δε Πιλάτος εθαύμασεν ει ήδη τέθνηκε, και προσκαλεσάμενος τον κεντυρίωνα επηρώτησεν αυτόν ει πάλαι απέθανε· και γνούς από του κεντυρίωνος εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ. Και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω, ό ην λελατομημένον εκ πέτρας, και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου. Η δε Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία Ιωσή εθεώρουν που τίθεται. Και διαγενομένου του σαββάτου Μαρία ή Μαγδαληνή και Μαρία ή του Ιακώβου και Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα ίνα ελθούσαι αλείψωσιν αυτόν. Και λίαν πρωί της μιας σαββάτων έρχονται επί το μνημείον ανατείλαντος του ηλίου. Και έλεγον προς εαυτάς· τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου; και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος· ην γαρ μέγας σφόδρα. Και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, και εξεθαμβήθησαν. ο δε λέγει αυταίς· μη εκθαμβείσθε· Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ήγέρθη, ουκ εστίν ώδε· ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν. Αλλ' υπάγετε ειπείν τοις μαθηταίς αυτού και τω Πέτρω ότι προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν. εκεί αυτόν όψεσθε, καθώς είπεν υμίν. Και εξελθούσαι έφυγον από του μνημείου· είχε δε αυτάς τρόμος και έκστασις, και ουδενί ουδέν είπον. εφοβούντο γαρ».


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Εκείνο τον καιρό, ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, βουλευτής και άνθρωπος με υπόληψη, που και αυτός περίμενε τη βασιλεία του Θεού, τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε να πάρει το σώμα του Ιησού. Ο Πιλάτος θαύμασε ότι απέθανε κιόλας ο Ιησούς, και αφού προσκάλεσε τον αξιωματικό, τον ρώτησε αν είχε πολλή ώρα που πέθανε. Και όταν βεβαιώθηκε από τον αξιωματικό χάρισε το σώμα στον Ιωσήφ Και ο Ιωσήφ αφού αγόρασε σάβανο και κατέβασε τον Ιησού από το σταυρό, τον τύλιξε στο σάβανο, τον ενταφίασε σ' ένα μνημείο που ήταν σκαμμένο μέσα σε βράχο, και έσυρε μια πέτρα μπροστά στη θύρα του μνημείου. Όταν γίνονταν αυτά, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιωσή παρακολουθούσαν και έβλεπαν πού ενταφιάζεται ο Ιησούς. Και όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν αρώματα για να έλθουν και να αλείψουν τον Ιησού. Και την αυριανή, που ήταν ή πρώτη ημέρα της εβδομάδας, ξεκίνησαν πολύ πρωί και έρχονταν στο μνημείο, και έφτασαν εκεί με την ανατολή του ήλιου. Και έλεγαν μεταξύ τους· Ποιος θα μας κυλίσει την πέτρα από τη θύρα του μνημείου; Και καθώς σήκωσαν τα μάτια τους, είδαν πως ήταν αποκυλισμένη η πέτρα, και ήταν μια πέτρα πολύ μεγάλη. Και όταν μπήκαν στο μνημείο, είδαν ένα λευκοφορεμένο νέο να κάθεται στα δεξιά και από το φόβο τους τα έχασαν. Και ο νέος τους λέγει· μη τα χάνετε από φόβο· το ξέρω πως ζητάτε τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, που τον σταύρωσαν. Αναστήθηκε δεν είναι εδώ· να ο τόπος που τον έβαλαν. Αλλά πηγαίνετε και πέστε στους μαθητές του και μάλιστα στον Πέτρο πως πηγαίνει μπροστά από σας στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε, καθώς σας είπε. Και οι γυναίκες βγήκαν και έφυγαν από το μνημείο κατατρομαγμένες και κατασαστισμένες, και από το φόβο τους δεν είπαν σε κανένα τίποτα.

ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ

1. Το Ευαγγέλιο μας διηγείται πρώτα για την τολμηρή πράξη του Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Ήταν άνθρωπος με αξίωμα και μεγάλη εκτίμηση. Είχε όμως μέσα του μεγάλη ευσέβεια που του έδωσε το θάρρος και την τόλμη να ζητήσει από τον Πιλάτο για ενταφιασμό το σώμα του Κυρίου. Η πράξη αυτή του Ιωσήφ είναι πολύ σπουδαία και σημαντική. Αρκεί να θυμηθούμε πως όλος ο κόσμος τότε, άρχοντες και λαός, είχαν ξεσηκωθεί και ζήτησαν το θάνατο του Αναμάρτητου Κυρίου. Ο Ιωσήφ μας διδάσκει πως δεν πρέπει να υπολογίζουμε τι λέγει και τι κάνει ο κόσμος, όταν πρόκειται να εκτελέσουμε ένα χρέος. Υπάρχουν δυστυχώς άνθρωποι, που ντρέπονται πολλές φορές να κάνουν και το σταυρό τους, να πάνε στην εκκλησία επειδή τάχα θα τους κοροϊδεύουν οι άλλοι. Υπάρχουν παιδιά, που ντρέπονται να παρατηρήσουν με καλοσύνη και αγάπη τους συμμαθητές τους, όταν αυτοί λένε κακά λόγια. Στη διαγωγή μας πρέπει να προσέχουμε και να υπερασπίζουμε αυτό που είναι σωστό και δίκαιο.
2. Μετά τον Ιωσήφ έχουμε την τολμηρή πράξη των τριών μυροφόρων γυναικών. Και οι τρεις είχαν μεγάλη αγάπη και αφοσίωση στον Ιησού Χριστό. Για να αλείψουν το σώμα του Ιησού θα έπρεπε να υπερνικήσουν πολλές δυσκολίες και εμπόδια. Έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους άρχοντες, το λαό, τη φρουρά και να κυλίσουν τη μεγάλη και βαριά πέτρα του μνημείου. Δε λογάριασαν όμως τίποτε απ' όλα αυτά, γιατί η ψυχή τους γέμιζε από την αγάπη του αναστημένου Κυρίου μας. Ο Κύριος βράβευσε την ηρωική πράξη των γυναικών. Τις αξίωσε να γίνουν οι πρώτοι μάρτυρες της Αναστάσεως. Η αγάπη οδήγησε τις μυροφόρες γυναίκες να επισκεφτούν τον τάφο του Ιησού. Η αγάπη τις βεβαίωσε πως ο Χριστός είναι η αληθινή ζωή και ανάσταση.
3. Αυτό το μήνυμα του αναστημένου Χριστού θα μεταφέρουν οι γυναίκες στους μαθητές του Κυρίου και γενικά σ' ολόκληρο τον κόσμο. Ό,τι έκαμαν ο Ιωσήφ, ο Νικόδημος και οι μυροφόρες γυναίκες είναι ομολογία πίστεως και μαρτυρία Ιησού Χριστού. Ας έχουμε λοιπόν και εμείς το θάρρος και την τόλμη να ομολογούμε την πίστη μας στον Ιησού Χριστό για να έχουμε μέσα μας τη χαρά και το φως της Αναστάσεως ίου.



Δ' ΔΙΔΑΓΜΑ:
«Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ηγέρθη, ουκ εστίν ώδε· ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν»

Ε' ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ

«Στις μυροφόρες γυναίκες φώναζε δυνατά ο άγγελος, που βρισκόταν κοντά στο μνήμα και έλεγε: Τα μύρα που φέρατε για να τον αλείψετε αρμόζουν (= ταιριάζουν) στους θνητούς (= σ’ αυτούς που πεθαίνουν). Ο Χριστός όμως μας έδειξε με την Ανάσταση του ότι είναι ξένος με τη διαφθορά. Αλλά τρέξτε να φωνάξετε. Ο Κύριος αναστήθηκε και έτσι προσφέρει σ' όλο τον κόσμο το μέγα έλεος» (Ύμνος της Εκκλησίας μας για τις Μυροφόρες γυναίκες).

Σάββατο 17 Απριλίου 2010

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ :ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ

Πραξ.Απ. ΣΤ΄ 1-7
Είναι τόσο συναρπαστικό το θεόπνευστο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, ώστε ο κάθε πιστός που το μελετά, συγκλονίζεται από τη ζωή της πρώτης Εκκλησίας.
Το Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής των Μυροφόρων, εκτός των άλλων μας δίνει ένα σπουδαίο δίδαγμα, που όλοι μας είναι ανάγκη να το προσέξουμε.
Έχει λεχθεί, και είναι φυσικά πραγματικότητα ότι, μπορεί κανείς να διαθέτει πολλά και σπάνια ακόμα χαρίσματα, πλην όμως να αδυνατεί στον ευαίσθητο τομέα της συνεργασίας.
Αποτέλεσμα; Παρά τα χαρίσματα, να δυσκολεύεται σημαντικά να αποδώσει στο επίπεδο που θα απέδιδε αν διέθετε το πολύτιμο χάρισμα της συνεργασίας, για να μην πούμε ότι άνευ αυτού του πνεύματος της αρμονικής συνεργασίας, τα χαρίσματα και τα τάλαντα καταντούν «βάσανο», τόσο για τον ίδιο όσο και για το περιβάλλον του.
Και ακριβώς για να μας διδάξει ο ζωντανός λόγος του Θεού, το πόσο προσεκτικοί θα πρέπει να γινόμαστε στο κομβικό αυτό σημείο της πνευματικής μας ζωής, μας προβάλλει την ευλογημένη ενέργεια των Αγίων Αποστόλων.
Αν προσέξουμε και ερευνήσουμε σε βάθος την φαινομενικά απλή κίνηση των Αποστόλων, στο να παραχωρήσουν δηλ. την δυνατότητα στους πιστούς, ώστε να επιλέξουν οι ίδιοι τους διακόνους που χρειάζονταν, θα δούμε πολύ σύνεση και ταυτοχρόνως υποδειγματική ταπεινοφροσύνη.
Πράγματι, η φωτισμένη από το Άγιο Πνεύμα κρίση τους, τους καθοδήγησε στο να μην επιβάλλουν την γνώμη τους , στο σύνολο των πιστών, για ένα κοινού ενδιαφέροντος υλικό ζήτημα.
Είναι καταπληκτικό και ταυτοχρόνως συγκινητικό το ότι ζητούν την συνεργασία των λαϊκών μελών της Εκκλησίας. Και μετά την εκλογή των διακόνων, δέχονται το αποτέλεσμα, εγκρίνουν και ευλογούν την απόφαση του πιστού λαού του Θεού.

Πολλά βεβαίως θα μπορούσε να πει κανείς επάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Να τονίσουμε όμως ότι η πράξη αυτή, δεν είναι δικαίωμα των πιστών. Τους παραχωρούν το δικαίωμα οι Απόστολοι, στην συγκεκριμένη περίπτωση, επειδή το πνευματικό επίπεδο των πιστών ήταν υψηλό, και γι’ αυτό η πράξη αυτή, επέφερε και τα ανάλογα άριστα αποτελέσματα.
Οπωσδήποτε, το συγκεκριμένο θέμα, η εκλογή δηλαδή του κλήρου και μάλιστα των Επισκόπων, δεν είναι δογματικό, και η Αγία μας Εκκλησία, διά Πνεύματος Αγίου, έχει την δυνατότητα και αρμοδιότητα να κρίνει το που και πότε , μπορεί να παραχωρήσει στα λαϊκά μέλη της το όντως ευλογημένο μα και πολύ ευαίσθητο αυτό δικαίωμα της εκλογής.

Η Εκκλησιαστική μας ιστορία, και στο κεφάλαιο τούτο έχει πολλά να μας διδάξει...

Εμείς, όπως είπαμε και στην αρχή, ας παραμείνουμε και ας συνειδητοποιήσουμε στο πόσο Ευαγγελική και ευλογημένη κατάσταση είναι η αρμονική συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων, είτε αυτή πραγματοποιείται στην Εκκλησία, είτε λαμβάνει χώρα σε οποιονδήποτε τομέα της κοινωνικής μας ζωής!
Αλλά για να συμβαίνει αυτό, είναι ανάγκη να καρποφορούμε στην αρετή, αφήνοντας το Πνεύμα το Άγιον, να πνέει όπου αυτό θέλει και όπως αυτό γνωρίζει.
Όταν συμβαίνει αυτό, οι προϊστάμενοι δεν καταπιέζουν τους υφισταμένους τους, αλλά και οι υφιστάμενοι, με γνήσια ταπεινοφροσύνη και αγάπη, καλλιεργούν το πνεύμα της αγίας υπακοής με τα άριστα και τα άγια αποτελέσματα.
Τελικώς η συνεργασία στην βάση αυτή που την τοποθετεί το Πνεύμα του Θεού, είναι αυτό που χρειάζεται περισσότερο από όσο μπορούμε να φανταστούμε, τόσο στον χώρο της Εκκλησίας μας, όσο και στην εν γένει ζωή μας και μάλιστα σε αυτή την καθημερινότητα.

Είθε να κατανοήσουμε τα υψηλά αυτά μηνύματα και στη συνέχεια να τα θέσουμε σε εφαρμογή.

Αμήν.

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Κυριακή του Θωμά ή του Αντίπασχα – η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, εις τον Απόστολον Θωμάν.

Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.


Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον: Κ.19 – 31.

Ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη, τη μιά των σαββάτων, και των θυρών κεκλεισμένων, όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον, και λέγει αυτοίς: ειρήνη υμίν. Και τούτο ειπών, έδειξεν αυτοίς τας χείρας και την πλευράν Αυτού. εχάρησαν ούν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον. Είπεν ούν αυτοίς ο Ιησούς πάλιν: ειρήνη υμίν. Καθώς απέσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς. Και τούτο ειπών, ενεφύσησε και λέγει αυτοίς: λάβετε Πνεύμα Άγιον. Άν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς’ άν τινών κρατήτε, κεκράτηνται. Θωμάς δέ είς εκ των δώδεκα, ο λεγόμενος Δίδυμος, ουκ ήν μετ’ αυτών ότε ήλθεν ο Ιησούς. Έλεγον ούν αυτώ οι άλλοι μαθηταί: εωράκαμεν τον Κύριον. Ο δέ είπεν αυτοίς: εάν μή ίδω εν ταις χερσίν Αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρά μου εις την πλευράν Αυτού, ου μή πιστεύσω. Και μεθ’ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί Αυτού και Θωμάς μετ’ αυτών. Έρχεται ο Ιησούς, των θυρών κεκλεισμένων, και έστη εις το μέσον και είπεν: ειρήνη υμίν. Είτα λέγει τω Θωμά: φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείράς μου, και φέρε την χείρά σου και βάλε εις την πλευράν μου, και μή γίνου άπιστος, αλλά πιστός. Και απεκρίθη ο Θωμάς και είπεν Αυτώ: ο Κύριός μου και ο Θεός μου. Λέγει αυτώ ο Ιησούς: ότι εώρακάς με, πεπίστευκας? Μακάριοι οι μή ιδόντες και πιστεύσαντες.
Πολλά μέν ούν και άλλα σημεία εποίησεν ο Ιησούς ενώπιον των μαθητών αυτού, ά ουκ έστι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω. Ταύτα δέ γέγραπται ίνα πιστεύσητε ότι Ιησούς εστιν ο Χριστός ο υιός του Θεού, και ίνα πιστεύοντες, ζωήν έχητε εν τω ονόματι Αυτού.

Απόδοση.
Την ίδια εκείνη μέρα, δηλαδή την πρώτη μέρα μετά το Σάββατο, όταν βράδιασε κι ενώ οι μαθητές ήταν συγκεντρωμένοι κάπου με κλειστές τις πόρτες, επειδή φοβούνταν τις ιουδαϊκές αρχές, ήρθε ο Ιησούς, στέκεται στη μέση και τους λέει: «Ειρήνη σ΄ εσάς». Κι όταν το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν που είδαν τον Κύριο. Ο Ιησούς τους είπε πάλι: «Ειρήνη σ΄ εσάς! Όπως ο Πατέρας έστειλε εμένα, έτσι στέλνω κι εγώ εσάς». Έπειτα από τα λόγια αυτά, φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο. Σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες. Σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι». Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα μαθητές, που λεγόταν Δίδυμος, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Ιησούς. Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο με τα μάτια μας». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ αν δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δε βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, και δε βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά του, δε θα πιστέψω». Οχτώ μέρες αργότερα οι μαθητές ήταν πάλι μέσα στο σπίτι, μαζί τους κι ο Θωμάς. Έρχεται λοιπόν ο Ιησούς, ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές, στάθηκε στη μέση και είπε: «Ειρήνη σ΄ εσάς». Έπειτα λέει στο Θωμά: «Φέρε εσύ το δάκτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου, φέρε και το χέρι σου και βάλ΄ το στην πλευρά μου. Μην αμφιβάλλεις και πίστεψε». Ο Θωμάς τότε αποκρίθηκε: «Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Του λέει τότε ο Ιησούς: «Πείστηκες επειδή με είδες με τα μάτια σου? Μακάριοι εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να μ΄ έχουν δει!».

Ο Ιησούς έκανε βέβαια και πολλά άλλα θαύματα μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα σ΄ αυτό εδώ το βιβλίο. Αυτά όμως γράφτηκαν για να πιστέψετε πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντας να έχετε δι΄ αυτού τη ζωή.
Ομιλία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, εις τον Απόστολον Θωμάν.
Έρχομαι επειγόντως να καταβάλω την οφειλή μου. Διότι, αν και είμαι πτωχός, βιάζομαι να αποσπάσω οπωσδήποτε την ευγνωμοσύνη σας. Είχα δώσει υπόσχεση να φανερώσω την απιστία του Θωμά, και τώρα έρχομαι να την εκπληρώσω.
Η πρόθεσίς μου είναι να εξοφλώ πρώτα τις παλαιότερες οφειλές, για να μη με πιέζουν οι τόκοι που συγκεντρώνονται. Συνεργασθείτε μαζί μου στην καταβολή του χρέους, και ικετεύσετε τον Θωμά να ευλογήση τα χείλη μου με την αγία δεξιά του, με την οποίαν ήγγισε την πλευρά του Δεσπότου, ώστε να νευρώση την γλώσσα μου, για να σας εξηγήσω αυτά που ποθείτε. Και εγώ, ενθαρρυνόμενος με τις πρεσβείες του Αποστόλου και μάρτυρος Θωμά, διακηρύττω την αρχικήν αμφιβολία και την τελικήν ομολογία του, η οποία έγινε κρηπίς και Θεμέλιο της Εκκλησίας μας.
Όταν εισήλθε ο Σωτήρ κεκλεισμένων των θυρών εκεί όπου είχαν συγκεντρωθή οι μαθηταί του και εξήλθε πάλι με τον ίδιο τρόπο, απουσίαζε μόνον ο Θωμάς. Ήταν κι αυτό έργο της θείας οικονομίας, ώστε η απουσία του μαθητού να γίνη πρόξενος περισσοτέρας ασφαλείας και βεβαιότητος. Διότι, εάν παρευρίσκετο ο Θωμάς, δεν θα αμφέβαλλε. Και αν δεν αμφέβαλλε, δεν Θα ζητούσε να περιεργασθή. Εάν δεν ζητούσε, δεν θα ψηλαφούσε. Και εάν δεν ψηλαφούσε, δεν θα ανεκήρυττε τον Χριστό Κύριον και Θεόν. Εάν δεν τον είχε αποκαλέσει Κύριον και Θεόν, εμείς δεν θα είχαμε διδαχθή να τον δοξολογούμε με τον τρόπον αυτόν. Ώστε και με την απουσία του ο Θωμάς μας ποδηγέτησε προς την αλήθεια” και με την παρουσία του ύστερα μας εβεβαίωσε περισσότερο στην πίστη.

Έλεγαν λοιπόν οι μαθηταί, όταν ήλθε αργοπορημένος: «Εωράκαμεν τον Κύριον», είδαμε αυτόν που είπε: «εγώ ειμί το φως του κόσμου». Είδαμε αυτόν που είπε: «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή και η αλήθεια». Είδαμε την αλήθεια των λόγων να λάμπη μέσα στα γεγονότα. Είδαμε αυτόν που είπε: «μετά τρεις ημέρας εγείρομαι», και βλέποντας την ανάσταση, επροσκυνήσαμε τον αναστάντα. Τον ακούσαμε που μας είπε: «ειρήνη υμίν», και μεταστρέψαμε την ζάλη της λύπης σε γαλήνια ευφροσύνη. Αντικρίσαμε τα χέρια του που εδέχθησαν τις αιχμές των καρφιών, τα χέρια που κατηγορούν την λύσσα των θεομάχων θηρίων. Αντικρίσαμε τα χέρια που μας ύφαναν την αφθαρσία, αντικρίσαμε και την πλευράν που φανερώνει λαμπρότερα από κάθε κήρυκα την ευσπλαχνία του πληγωμένου. Αυτήν την πλευρά την οποίαν υμνούν οι άγγελοι και ευλαβούνται οι πιστοί και φρίττουν οι δαίμονες. Υποδεχθήκαμε και εμφύσημα θείον από το θείον στόμα του, εμφύσημα πνευματικόν, εμφύσημα που σκορπίζει κάθε χάρη. Εχειροτονηθήκαμε από τον Κύριο, κύριοι της αφέσεως των πλημμελημάτων. Αποκτήσαμε και το δικαίωμα να κρίνωμε τους αμαρτωλούς, αφού μας έδωσε αυτήν την εντολή: «αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς. Αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται». Τέτοια λόγια είχαμε την βαθειά χαρά να ακούσωμε από τον Σωτήρα, τέτοιες δωρεές απολαύσαμε. Διότι δεν ήταν δυνατόν να μην πλουτήσωμε, αφού ευρήκαμε πλούσιον Δεσπότη. Αλλά μόνο συ έμεινες πτωχός, αφού απουσίαζες.
Και τι τους είπεν ο Θωμάς; Είδατε τον Κύριο; Καλώς. Αυτόν λοιπόν που είδατε, να τον σέβεσθε περισσότερο. Αυτόν που παρατηρήσατε, μην παύσετε να τον κηρύττετε. Εγώ όμως «εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού, ου μη πιστεύσω». Και σεις δεν θα είχατε πιστεύσει εάν πρώτα δεν εβλέπατε. Έτσι κι εγώ, εάν δεν ίδω, δεν θα πιστεύσω.
Μείνε, Θωμά, σταθερός στον πόθο σου αυτόν, διατήρησε τον ζήλο σου, ώστε βλέποντας εσύ να βεβαιωθή η ψυχή μου. Ζήτησε με επιμονή αυτόν που είπε: «Ζητείτε και ευρήσετε». Μην παύσης να ερευνάς ειλικρινώς, εάν δεν εύρης τον θησαυρό που ζητείς. Μην παύσης να κρούης την θύρα της αναντιρρήτου γνώσεως, μέχρι να σου την ανοίξη αυτός που είπε: «κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν». Αγαπώ τον διχασμό των λογισμών σου, επειδή αναιρεί κάθε διχασμό. Αγαπώ την φιλομάθειά σου επειδή καταλύει κάθε φιλονεικία. Χαίρομαι να σε ακούω πολλές φορές να λέγης: «εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, ου μη πιστεύσω». Διότι με το να απιστής εσύ, εγώ μαθαίνω να πιστεύω. Σκάπτοντας εσύ με την δικέλλα της γλώσσης το θείον σώμα, εγώ ακόπως θερίζω τον καρπό και τον συλλέγω για μένα.
Εάν δεν ιδώ με τα ίδια μου τα μάτια τις πληγές τις οποίες άνοιξαν οι ασεβείς στα αγιά του χέρια, δεν πρόκειται να συγκατατεθώ στους λόγους σας. Εάν δεν βάλω το ίδιο μου το δάκτυλο στα κοιλώματα των καρφιών, δεν θα δεχθώ την καλή σας αγγελία. Εάν δεν κρατήσω με το χέρι μου το ίδιο την πλευρά του ευρισκομένου πέραν από κάθε υποψία μάρτυρος της Αναστάσεως, δεν ημπορώ να πιστεύσω στο δόγμα σας. Διότι κάθε λόγος γίνεται ισχυρός και βέβαιος, αν δεχθή την συνηγορία από τα γεγονότα. Και κάθε λόγος που στερείται την από τα έργα μαρτυρία, εξαφανίζεται στον αέρα. Έχω να κηρύξω στους ανθρώπους τα θαύματα του Διδασκάλου. Πώς λοιπόν θα διηγηθώ με λόγια εκείνα που δεν παρέλαβα με τους οφθαλμούς μου; Πώς θα πείσω τους απίστους να πιστεύσουν αυτά τα οποία ούτε εγώ έχω παρακολουθήσει; Να ειπώ στους Ιουδαίους και στους Έλληνες ότι είδα τον Κύριό μου να σταυρώνεται, δεν τον είδα όμως αναστημένο, παρά μόνον ήκουσα; Και ποίος δεν θα περιπαίξη τα λόγια μου; Ποίος δεν θα περιφρονήση το κήρυγμά μου; Άλλο είναι η απαγγελία λόγων, και άλλο η εμπειρία των πραγμάτων.

Αυτούς τους αμφιβόλους λογισμούς είχεν ο Θωμάς, όταν μετά από οκτώ ημέρες επαρουσιάσθη πάλιν ο Κύριος στους συνηθροισμένους μαθητάς του. Άφησε πρώτα τον Θωμά, κατά τις ημέρες που παρεμβάλλονται, να κατηχηθή από τους συμμαθητάς του, παραχωρώντας έτσι να αναφλεγή από την δίψα της συναντήσεώς του. Και όταν η ψυχή του άναψε από τον σφοδρό πόθο της θέας, τότε, την κατάλληλη στιγμή, ο ποθούμενος απεκαλύφθη σ’ αυτόν που τον ποθούσε. Και το έκανε αυτό με τον ίδιον τρόπον, όπως πριν, κεκλεισμένων των θυρών, και πάλι, όπως την πρώτη φορά, τους είπε: «ειρήνη υμίν», για να ταυτισθή το γεγονός με το θαύμα, για να βεβαιώση την αναγγελία των Αποστόλων και για να παραστήση την ακρίβεια της δευτέρας επισκέψεώς του. «Είτα λέγει τω Θωμά. Φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε, και ίδε τας χείρας μου». Ω ύψος απεράντου φιλανθρωπίας! Ω πέλαγος αμετρήτου συγκαταβάσεως! Δεν επερίμενε την προσέλευση του μαθητού, δεν ανέμεινε να προσέλθη αυτός που είχε ανάγκη, να παρακαλέση και να επιτύχη αυτό που ήθελε. Δεν τον εστέρησε ούτε για λίγο από την εκπλήρωση της επιθυμίας, αλλά αυτός ο ίδιος ο ποθούμενος προσείλκυσε κοντά του δια της βίας τον εραστήν, ο ίδιος έσυρε με την φωνή, στην πληγή το δάκτυλο αυτού που την ποθούσε, ο ίδιος με την Δεσποτική του γλώσσα ετράβηξε το δουλικό χέρι λέγοντας σ’ αυτόν: «φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείρας μου». Ήκουσα, Θωμά, απών ως άνθρωπος, παρών όμως ως Θεός, αυτά τα οποία είπες στους αδελφούς σου. Ήμουν μαζί σας κατά την θεότητα, αν και αποχωρισμένος κατά την ανθρωπότητα. Θέλεις να σου υπενθυμίσω τα λόγια σου; Δεν είπες: «έαν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού, ου μη πιστεύσω»; Από τα χείλη σου δεν εξήλθαν τα λόγια αυτά; Αυτά τα λόγια δεν εκφράζουν τους λογισμούς σου; Γι’ αυτά λοιπόν ήλθα πάλι, για τα οποία αμφιβάλλεις. Γι’ αυτό ήλθα πάλι κοντά σας, είμαι εδώ γι’ αυτά ακριβώς που επιθυμείς.
Για σε τον ένα ήλθα και τώρα κοντά σου, εγώ που κατήλθα από τους ουρανούς για το πλανώμενο πρόβατο, χωρίς να εγκαταλείψω τους ουρανούς. Μη λοιπόν διστάσης να μάθης αυτά που ποθείς, μην εντραπής να περιεργασθής αυτά που επιζητείς. Μην αποφύγης να βάλης το δάκτυλό σου επάνω στα ίδια μου τα χέρια. Ανέχομαι και τα περίεργα δάκτυλα, όπως ανέχθηκα και τα καρφιά. Υπομένω την περιέργεια του φίλου, όπως υπέμεινα την επίθεση των εχθρών. Όταν εσταυρώθηκα από τους εχθρούς, δεν ηγανάκτησα, και δεν θα υποφέρω την δική σου έρευνα; «Φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείρας μου», που ετραυματίσθησαν για σας, για να θεραπευθούν τα τραύματα των ψυχών σας. «Ίδε τας χείρας μου» και αναλογίσου αν είμαι εκείνος ο οποίος εκουσίως εσταυρώθη ή μήπως κάποιος άλλος; «Ίδε τας χείρας μου», που άφησα να διατηρήσουν τα σύμβολα της ιουδαϊκής μανίας, ώστε όταν με την συνηθισμένη αναίδειά τους οι Ιουδαίοι κατά την ημέρα της κρίσεως, μου ειπούν ότι εμείς, Κύριε, δεν σε εσταυρώσαμε, τότε θα δείξω σ’ αυτούς που με επολέμησαν τα χέρια μου με τα αποτυπώματα των πληγών, και θα εντροπιάσω τους Ιουδαίους μόλις με αντικρύσουν. Κοίτα τα χέρια μου και μη νομίσης ότι η αλήθεια της Αναστάσεως είναι φαντασία. Κράτα τα χέρια αυτά ως ομήρους της ιδικής σας αναγεννήσεως. Κράτα τα χέρια αυτά ως άγκυρα που ανειλκύσθη από τον βυθό του Άδου. Μη φοβηθής κανένα βιοτικόν χειμώνα, καμμία ζάλη κοσμική μη σε τρομάξη, μη φοβηθής τους αντιθέτους ανέμους, μη φροντίσης καθόλου για τις καταιγίδες και τους σκοπέλους της θαλάσσης των εχθρών. Πλεύσε με θάρρος το πέλαγος του βίου, πλεύσε κρατώντας δυνατά την άγκυρα του πνεύματος, πλεύσε προσέχοντας στον ουρανό σαν σε λιμάνι, πλεύσε φοβούμενος μόνο της ιδικής μου αρνήσεως το ναυάγιο. Περιγέλασε τον θάνατον ως νεκρό, περίπαιξε την φθοράν ως ανίσχυρη, χαιρέτισε τον υπέρ εμού θάνατον ως αρχήν εσωτερικής ζωής και «φέρε την χείρά σου, και βάλε εις την πλευράν μου…». Άντλησε με το χέρι σου από την κρήνην αυτήν της ζωής το νάμα που ποθείς και παρηγόρησε την δίψα σου. «Φέρε την χαρά σου, και βάλε εις την πλευράν μου», τοποθέτησε το χέρι σου μέσα στο ιατρείο της φύσεως και απόβαλε το δηλητήριο της προαιρέσεώς σου. Ανέχομαι άγγιγμα χεριού που με αγαπά, εγώ που εδέχθην την πληγή της λόγχης. «Φέρε την χείρά σου, και βάλε εις την πλευράν μου», ώστε να ημπορής να λέγης σε όσους αντιστέκονται στην αλήθεια, ότι μετά την Ανάσταση με είδες και με εξέτασες και με εψηλάφησες με ακρίβεια. «Φέρε την χείρα σου, και βάλε εις την πλευράν μου», διότι για σε την διετήρησα έτσι, εγώ ο οποίος εθεράπευσα τα σώματα και τις ψυχές των άλλων, προγνωρίζοντας ως Θεός ότι θα θελήσεις να την ιδής σ’ αυτήν την κατάσταση, ώστε βλέποντας συ τα ίχνη του πάθους της σαρκός μου, να θεραπεύσης το πάθος της ψυχής σου. «Φέρε την χείρα σου, και βάλε εις την πλευράν μου» την οποίαν εφύλαξα έτσι όπως την βλέπεις, ώστε, όταν επανέλθω από τους ουρανούς και καθίσω Κριτής ζώντων και νεκρών, να ιδούν οι Ιουδαίοι ενώπιον των οφθαλμΣών τους να φανερώνωνται τα έργα της κακής εργασίας τους, και να γίνουν αυτοκατάκριτοι. «Και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός». Είναι κακόν η απιστία. Βυθίζει τον νουν. Η πίστις τον εξυψώνει στον ουρανό. Η απιστία τυφλώνει την ψυχή” η πίστις φωτίζει τους λογισμούς. Η απιστία και τα αόρατα τα βλέπει καθαρά. Ο άπιστος έχει πλήρη άγνοια. «Μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός». Αποδίωξε το νέφος της απιστίας και κοίτα τις καθαρές ακτίνες της πίστεως. Πάρε όλα τα εφόδια για να γίνης άξιος Απόστολος της θεότητός μου. Γίνε όπως πρέπει να είναι εκείνος που συνανεστράφη μαζί μου, και είχε τις εμπειρίες που είχες εσύ. Ομοίως με τους άλλους Αποστόλους εκλήθης, ομοίως με αυτούς ετιμήθης, ομοίως με αυτούς εξοπλίσου. Τα ίδια με εκείνους είδες και συ, σου ενεπιστεύθην σαν φίλο όλο μου το μυστήριο, όπως και σ’ αυτούς. Ομοίως με αυτούς κήρυττε την δύναμή μου. Μην ειπής πάλι για δευτέρα φορά: «εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, ου μη πιστεύσω». Όσον είμαι μαζί σας, όπως θέλης ημπορείς να με περιεργασθής. Όσον έχεις κοντά σου το ουράνιον κλήμα, εξερεύνησε όλους τους κλάδους και τα σταφύλια του. Θα ανεβώ στους ουρανούς από όπου ήλθα στην γη, θα ανέλθω εκεί όπου είμαι, θα ανέλθω ως προς την ανθρωπίνη μου φύσιν εκεί από όπου συγκατέβην για χάρη σας ως προς την θεότητα. Θα ανέλθω με τούτο το σώμα, εγώ που χωρίς αυτό έχω εκδημήσει από εκεί, αλλά δεν έπαψα να παραμένω εκεί. Θα ανέλθω με την ιδική σας φύση προς τον πατρικόν κόλπο, εγώ που ευρίσκομαι στους κόλπους του Πατρός. Διότι εξεπλήρωσα το έργο για το οποίον έκαμα όλον αυτόν τον δρόμο.

Αφού λοιπόν ο Θωμάς ήγγισε τα δεσποτικά χέρια και την θεία πλευρά, και εκυριεύθη από δειλία και χαρά με την θέα αυτών που επεθύμησε, κινεί ευθύς την γλώσσα προς υμνωδίαν αναφωνώντας προς τον Κύριον: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Συ είσαι ο Κύριος και Θεός, συ είσαι και άνθρωπος και φιλάνθρωπος, συ είσαι αξιοθαύμαστος και παράδοξος ιατρός της φύσεως. Δεν αποκόπτεις με νυστέρι τα παθήματα, δεν καυτηριάζεις με φωτιά τις πληγές, δεν αντλείς από τα βότανα την ισχύ των φαρμάκων, δεν επιδένεις με επιδέσμους ορατούς τα πάσχοντα τραύματα. Διαθέτεις αοράτους επιδέσμους ευσπλαχνίας, οι οποίοι αοράτως τονώνουν τα καταπονημένα μέλη. Έχεις λόγον οξύτερον από το μαχαίρι, έχεις διδασκαλία πιο δυνατή από την φωτιά, έχεις βλέμμα πιο προσιτό από βάλσαμο. Ως δημιουργός, χωρίς δαπάνη και αντίτιμο, αγιάζεις το δημιούργημά σου. Ως πλάστης, χωρίς να κοπιάσης, μεταπλάττεις τα πλάσματά σου. Συ εκαθάρισες λεπρούς με το θέλημά σου, συ έκαμες χωλούς να τρέχουν, συ έδωσες στους παραλύτους να σηκώσουν τα κρεβάτια τους, συ επρόσταξες εκ γενετής τυφλούς να ξεπλύνουν το σκοτεινό τους κάλύμμα, συ εξώρισες τους δαίμονες από τα πλάσματά σου, συ συνελήφθης με την θέλησή σου από τους εχθρούς, συ έπαθες τα πάντα από τους Εβραίους εκουσίως προς χάριν μου. «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Ανεγνώρισα τον Δεσπότη μου, ανεγνώρισα τον αλιέα μου και φύλακα, τον Βασιλέα και Κύριό μου. «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Πιστεύω, Κύριε, στην οικονομία σου, πιστεύω στην συγκατάβασή σου, πιστεύω στην πρόσληψη της φύσεώς μου, πιστεύω στον προσκυνητόν Σταυρόν σου, πιστεύω στα Πάθη της σαρκός σου, πιστεύω στον τριήμερόν σου θάνατο, πιστεύω στην Ανάστασίν σου. Πλέον δεν εξετάζω. Πιστεύω, δεν φιλολογώ. Πιστεύω, δεν ζυγίζω. Πιστεύω, δεν περιεργάζομαι. Πιστεύω στους οφθαλμούς μου και στα χέρια μου. Αυτά που είδα με εδίδαξαν να μη φιλολογώ. Έμαθα από αυτά τα οποία εψηλάφησα να προσκυνώ και όχι να συγκρίνω με ανθρώπινα μέτρα και σταθμά. Έναν Κύριον και Θεόν γνωρίζω μόνον, τον Δεσπότην Χριστό, ω η δόξα και το Κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.

Αμήν.

Το κείμενο είναι από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 39 και εξής.

Κυριακή 4 Απριλίου 2010

ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.


Το μεγαλύτερο γεγονός της Ιστορίας: Η Ανάσταση του Χριστού είναι το μεγαλύτερο γεγονός μέσα στην Ιστορία. Είναι αυτό που διαφοροποιεί τον Χριστιανισμό από οποιαδήποτε άλλη θρησκεία. Οι άλλες θρησκείες έχουν αρχηγούς θνητούς, ενώ κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Αναστημένος Χριστός. «Ανάσταση του Χριστού» σημαίνει θέωση και ανάσταση της ανθρώπινης φύσεως και ελπίδα της θέωσης και ανάστασης της δικής μας υποστάσεως. Αφού βρέθηκε το φάρμακο, υπάρχει ελπίδα ζωής.

Δια της Αναστάσεως του Χριστού αποκτά άλλο νόημα και η ζωή και ο θάνατος. Ζωή σημαίνει κοινωνία με τον Θεό. Δεν είναι πλέον θάνατος το τέλος της παρούσας ζωής, αλλά η απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Χριστό. Ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα δεν είναι θάνατος, αλλά προσωρινός ύπνος.
Η Ανάσταση του Χριστού δικαιώνει τη μοναδικότητα και αποκλειστικότητά Του ως Σωτήρα, ικανού να ζωοποιήσει αληθινά, να μεταγγίσει την καταλύτρια του θανάτου Ζωή Του στη φθαρτή ζωή μας. Ένας ο Χριστός, μία η Ανάσταση, μία και η δυνατότητα σωτηρίας-θέωσης. Γι’ αυτό και προσανατολίζεται στον Χριστό η προσδοκία για την υπέρβαση των αδιεξόδων που συμμίγουν τη ζωή μας. Στον Χριστό των Αγίων, τον Χριστό της Ιστορίας.
Ο αλλοιωμένος «Χριστός» των αιρέσεων ή ο «σχετικοποιημένος» Χριστός του θρησκειακού συγκρητισμού της νεοεποχικής πανθρησκείας συνιστά απόρριψη του αληθινού Χριστού και της προσφερόμενης από Αυτόν Σωτηρίας. Ο Χριστός των Αγίων μας είναι ο Χριστός και της Ιστορίας και αποκλείει κάθε σύγχυσή Του με οποιαδήποτε λυτρωτικά υποκατάστατα που επινοούνται για την παραπλάνηση των μαζών. Διότι μόνο έτσι μπορεί η πλάνη να συντηρεί την απάτη, διευκολύνοντας την κυριαρχία αντίχριστων δυνάμεων (μπορεί να έχουν εισχωρήσει ακόμα και στην Εκκλησία) που σκορπίζουν μεν τον θάνατο, αλλά εμφανίζονται ως «άγγελοι φωτός» και «διάκονοι δικαιοσύνης».
Μέσα από την εμπειρία των Αγίων μας συνειδητοποιούμε ότι δεν υπάρχουν τραγικότερες υπάρξεις από τους «μη έχοντας ελπίδα» - ελπίδα ανάστασης, βλέποντας τον βιολογικό θάνατο ως καταστροφή και τέλος. Σ’ αυτή την τραγικότητα υποκύπτει δυστυχώς και η επιστήμη, αναζητώντας απεγνωσμένη μεθόδους για παράταση της ζωής και μεταδίδοντας την ψευδαίσθηση υπερνίκησης του φυσικού θανάτου. Εξίσου όμως τραγικοί είναι και όσοι – ακόμη και Χριστιανοί - παγιδεύονται στα στεγανά χιλιαστικών οραμάτων καθολικής ευημερίας και ενδοκοσμικής εσχατολογίας, χάνοντας το αληθινό νόημα της Ανάστασης και θυσιάζοντας το υπερκόσμιο στο ενδοκοσμικό και το αιώνιο στο πρόσκαιρο.
Η Ανάσταση του Χριστού ως ανάσταση και του ανθρώπου και σύνολης της κτίσης αποκτά νόημα μόνο στο πλαίσιο της Αγιοπατερικής σωτηριολογίας. Στη συσταύρωση δηλαδή και συνανάσταση με τον Χριστό. Έτσι βιώνει την Ανάσταση και ο Ελληνισμός στην ιστορική του πορεία. Πιστή στην Ανάσταση του Χριστού η Ορθοδοξία, έχει χαρακτηριστεί «Εκκλησία της Αναστάσεως», διότι οικοδομεί εκεί όλη την ιστορική της παρουσία, εμβολιάζοντας στη συνείδηση των Λαών της την αναστάσιμη ελπίδα, κάτι που φανερώνεται στην πολιτιστική της συνέχεια. Ανάμεσά τους και ο Ελληνικός Λαός έμαθε να διαλύει στο Φως της Ανάστασης τα σκοτάδια της δουλείας του, όπως στην Τουρκοκρατία, όταν στο «Χριστός Ανέστη» δεν απόσταινε να προσθέτει: «και Ελλάς ανέστη!» Και αυτό για τετρακόσια χρόνια….
Σε αυτό το νοηματικό πλαίσιο κινείται η ελπιδοφόρα εκείνη πρόσκληση: «Δεύτε λάβετε Φως!». Είναι η πρόσκληση στο αναστάσιμο άκτιστο Φως, που το δέχονται όσοι έχουν καθαρίσει την καρδιά τους από τις κακίες και τα πάθη. Χωρίς την «κάθαρση» της καρδιάς, δηλαδή, τη μετάνοια, δεν μπορεί να κοινωνήσει κάποιος το Αναστάσιμο Φως. Μετάνοια είναι η υπέρβαση της αμαρτίας, της αιτίας κάθε θανάτου μας. Αυτό μας υπενθυμίζει διαρκώς ο περίεργος στα ώτα των αμύητων μοναστηριακός λόγος: «Ε, αν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις»!



Χριστός Ανέστη !!

Σάββατο 3 Απριλίου 2010

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ.

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ: Την ημέρα αυτή εορτάζουμε ΄΄την θεόσωμον ταφήν και την εις άδου κάθοδον΄΄ του Κυρίου. Η ταφή βέβαια έγινε τα απόγευμα της Μ. Παρασκευής. Όμως η Εκκλησία έκρινε ορθό να αφιερώσει ιδιαίτερη μέρα προς τιμήν και μελέτη του μυστηριώδους αυτού γεγονότος.

Ο Χριστός αναπαύεται μέσα στον τάφο, όπως ΄΄αναπαύθηκε΄΄ όταν πρωτοδημιούργησε τον κόσμο την έβδομη μέρα. Όμως αναπαύεται ως θεάνθρωπος. Το πανάχραντο σώμα Του θάπτεται στον τάφο, αλλά πνευματικά ο ίδιος μεταβαίνει στον Άδη και συνεχίζει το σωτηριώδες έργο του. Καλεί κοντά Του όλους τους δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης, από τον Αδάμ και την Εύα μέχρι τους έσχατους ανθρώπους του Θεού, ώστε να μην λείψει κανείς από το παγκόσμιο προσκλητήριο της σωτηρίας, που είναι τελικά μια αναδημιουργία του κόσμου και ολοκλήρωσης της ανθρωπότητας. Η κάθοδος αυτή ήταν το τελειωτικό χτύπημα κατά του θανάτου. Γι’ αυτό ψέλνουμε χαρακτηριστικά:
΄΄Ότε κατήλθες πρός τον θάνατον,

η ζωή η αθάνατος,


τότε τόν άδην ενέκρωσας


τη αστραπή της θεότητος΄΄.
Στην βυζαντινή εικονογραφία ο Κύριος παρουσιάζεται κατερχόμενος στον Άδη με δόξα κρατώντας τον τίμιο Σταυρό Του. Συντρίβει τις πύλες του Άδη και ανασύρει από ‘κει τον Αδάμ, την Εύα, τον Άβελ, τους Πατριάρχες, τους προφήτες και όλους τους δικαίους της Π. Δ.
Στον όρθρο του Μ. Σαββάτου ψάλλονται τα Εγκώμια, δηλ. σύντομα τροπάρια που εξιστορούν τα πάθη του Κυρίου, εξυμνούν την ταφή του και διασαλπίζουν τη νίκη Του κατά του θανάτου. Προς το τέλος του Όρθρου γίνεται και περιφορά του Επιταφίου γύρω από τους δρόμους της ενορίας.
Ο Εσπερινός του Μ. Σαββάτου που τελείται το πρωί μαζί με τη θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου είναι εξ’ ολοκλήρου αναστάσιμος. Είναι ο Εσπερινός του Πάσχα. Ψάλλονται ύμνοι αναστάσιμοι, διαβάζεται η προφητεία του Ιωνά του οποίου το πάθημα προτύπωνε την ταφή και την ανάσταση του Κυρίου. Μετά από λίγο αντηχεί σαν νικητήρια ιαχή ο ψαλμικός ήχος:

΄΄Ανάστα ο Θεός, κρίνον τήν γην,

ότι σύ κατακληρονομήσεις

εν πάσι τοις εθνέσι΄΄.
Το σταυρώσιμο Πάσχα τέλειωσε. Αρχίζει πλέον ο εορτασμός του αναστάσιμου Πάσχα.

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ.











Η Εκκλησία θυμάται τα Αγια Πάθη.

Το πρωί γίνεται ο στολισμός του Επιταφίου. Αρχικά ψάλλονται οι Μεγάλες Ωρες, που περιέχουν ψαλμούς, τροπάρια, Αποστόλους, Ευαγγέλια και Ευχές. Στη συνέχεια ψάλλεται ο Εσπερινός της Μεγάλης Παρασκευής και γίνεται η Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου. Ακολούθως, τοποθετείται στο Ιερό Κουβούκλιο ένα ύφασμα πάνω στο οποίο έχει κεντηθεί ή ζωγραφιστεί ο Κύριος, νεκρός. Το ύφασμα αυτό λέγεται Επιτάφιος.
Το βράδυ ψάλλεται ο όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και η υμνολογία είναι σχετική με την ταφή του Κυρίου από τους Ιωσήφ και Νικόδημο και την κάθοδο της ψυχής Του στα σκοτεινά βασίλεια του Άδη.
"Όταν ο Κύριος απέθανε το σώμα Του μπήκε στον τάφο, η δε ψυχή του ενωμένη με την Θεότητά του κατήλθε στον Άδη και αφού τον νίκησε απελευθέρωσε τις ψυχές. Και την τρίτη ημέρα ενώθηκε και πάλι η Ψυχή με το Σώμα και το Σώμα «Ανέστη εκ Νεκρών». Έτσι νικήθηκε ο Άδης και ο θάνατος."
Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας ψάλλονται σε τρεις στάσεις (μέρη) τα λεγόμενα Εγκώμια, μικρά τροπάρια πολύ αγαπητά στο λαό, αγνώστου ποιητού. Τα πιο γνωστά:

• «Η ζωή εν τάφω…»

• «Άξιον εστί μεγαλύνειν…»

• «Αι γενεαί πάσαι…»

• «Ω γλυκύ μου Έαρ…»
Στη συνέχεια γίνεται η Περιφορά του Επιταφίου, εκτός του ναού και στα όρια της Ενορίας.
Ευαγγέλιο (Κατά Ματθαίο): Αρχιερείς και Φαρισαίοι πηγαίνουν στον Πόντιο Πιλάτο και του ζητούν να σφραγίσουν τον τάφο, επειδή θυμούνται ότι ο Κύριος σε μια αποστροφή των λόγων του είχε πει ότι σε τρεις μέρες θα αναστηθεί. Ο Πιλάτος τους δίνει την άδεια.

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Tην Μεγάλη Πέμπτη αναβιώνονται στην Εκκλησία μας, τα γεγονότα της τελευταίας ημέρας της ζωής του Ιησού Χριστού στη Γη.

 

Όπως μας αναφέρουν τα Ευαγγέλια, ο Χριστός θέλησε πριν θυσιαστεί για την σωτηρία των ανθρώπων, να δειπνήσει για τελευταία φορά με τους μαθητές του. Ο δείπνος αυτός είναι ο γνωστός μας Μυστικός Δείπνος. Έλαβε χώρα σε ένα υπερώο (σε ένα πατάρι δηλαδή) κάποιου σπιτιού της Ιερουσαλήμ, στο οποίο κρυφά συνέφαγαν οι μαθητές και ο Ιησούς.
Πριν ξεκινήσει ο Δείπνος, ο Χριστός πήρε μια λεκάνη με νερό και έπλυνε τα πόδια των μαθητών του. Αυτό ήταν μια ενέργεια που έκαναν οι δούλοι της εποχής. Δηλαδή πριν από το φαγητό, έπλεναν τα πόδια των κυρίων τους. Με την πράξη του αυτή ο Ιησούς θέλησε να διδάξει τους μαθητές του και, μέσω αυτών, όλους τους ανθρώπους να είναι ταπεινοί και να υπηρετούν τους συνανθρώπους τους.
Το γεγονός αυτό έχει λάβει στις μέρες μας το όνομα Ιερός Νιπτήρας. Σε πολλές περιοχές της χώρας μας, γίνεται αναπαράσταση του Ιερού Νιπτήρα το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης.
Κατόπιν ο Ιησούς κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, και αφού είχε αποχωρήσει ο Ιούδας, παρέδωσε στους μαθητές του, το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Πρόσφερε άρτο λέγοντας: «λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου» και κρασί «πίετε έξ αυτού πάντες τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Η παράδοση της Θείας Ευχαριστίας τελείωσε με την εντολή: «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν».





Μετά το πέρας του Μυστικού Δείπνου, ο Ιησούς και οι μαθητές του, μετέβησαν στο Όρος των Ελαιών. Εκεί ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα του, και τελικά συλλαμβάνεται από τους Ρωμαίους, με την βοήθεια του Ιούδα.
Στον Εσπερινό της ημέρας έχουμε την Σταύρωση του Θεανθρώπου. Διαβάζονται τα 12 Ευαγγέλια που περιγράφουν τα Άγια Πάθη. Μετά το 5ο Ευαγγέλιο, βγαίνει ο Εσταυρωμένος. Στις εκκλησίες, όλο το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης μέχρι το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, παραμένουν κυρίως γυναίκες οι οποίες «μοιρολογούν», ψάλλοντας ύμνους, τον Χριστό. Σε πολλά μέρη, προετοιμάζουν τον στολισμό του Επιταφίου κατά την διάρκεια της νύχτας αυτής.
Στα σπίτια των Χριστιανών, την Μεγάλη Πέμπτη, βάφονται τα κόκκινα αυγά. Για τον λόγο αυτό, η ημέρα λέγεται και Κόκκινη Πέμπτη ή Κοκκινοπέφτη. Εκτός από τα αυγά, την μέρα αυτή, φτιάχνονται τα πασχαλινά κουλούρια και τα τσουρέκια. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, οι Χριστιανοί κρεμούν κόκκινα πανιά στα παράθυρα των σπιτιών τους.