Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Το Ευαγγελιο Της Κυριακής-KYΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - Ματθ.14,22-34




Και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν, έως ου απολύση τους όχλους. και απολύσας τους όχλους ανέβη εις τό όρος κατ΄ ιδίαν προσεύξασθαι. οψίας δέ γενομένης μόνος ην εκεί. το δε πλοίον ήδη μέσον της θαλάσσης ην, βασανιζόμενον υπό των κυμάτων· ήν γάρ εναντίος ο άνεμος. τετάρτη δε φυλακή της νυκτός απήλθε προς αυτούς ο Ιησούς περιπατών επί της θαλάσσης. και ιδόντες αυτόν οι μαθηταί επί την θάλασσαν περιπατούντα εταράχθησαν λέγοντες ότι φάντασμα εστί, και από τού φόβου έκραξαν. ευθέως δε ελάλησεν αυτοίς ο Ιησούς λέγων· θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε. αποκριθείς δε αυτώ ο Πέτρος είπε· Κύριε, ει συ ει, κέλευσόν με προς σε ελθείν επί τα ύδατα. ο δε είπεν, ελθέ. και καταβάς από του πλοίου ο Πέτρος περιεπάτησεν επί τα ύδατα ελθείν προς τον Ιησούν. βλέπων δε τον άνεμον ισχυρόν εφοβήθη, και αρξάμενος καταποντίζεσθαι έκραξε λέγων·Κύριε, σώσόν με. ευθέως δε ο Ιησούς εκτείνας την χείρα επελάβετο αυτού και λέγει αυτώ· ολιγόπιστε! εις τι εδίστασας; και εμβάντων αυτών εις το πλοίον εκόπασεν ο άνεμος οι δε εν τω πλοίω ελθόντες προσεκύνησαν αυτώ λέγοντες· αληθώς Θεού υιός ει. Και διαπεράσαντες ήλθον εις την γην Γεννησαρέτ.

Μεταφραση

(Κατά Ματθαίον ιδ΄ 22-34)

Αμέσως ύστερα ο Ιησούς υποχρέωσε τους μαθητές του να μπουν στο καΐκι και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη, ωσότου αυτός διαλύσει τα πλήθη. Αφού τους διέλυσε, ανέβηκε μόνος του στο βουνό να προσευχηθεί. Όταν βράδιασε ήταν μόνος του εκεί. Στο μεταξύ το καΐκι βρισκόταν κιόλας στη μέση της λίμνης και το παίδευαν τα κύματα, γιατί ήταν αντίθετος ο άνεμος. Κατά τα ξημερώματα, ήλθε ο Ιησούς κοντά τους περπατώντας πάνω στη λίμνη. Οι μαθητές, όταν τον είδαν να περπατάει πάνω στη λίμνη, τρόμαξαν· έλεγαν πως είναι φάντασμα κι έβαλαν τις φωνές από το φόβο τους. Αμέσως όμως ο Ιησούς τους μίλησε και τους είπε: «Θάρρος! Εγώ είμαι· μη φοβάστε.» Ο Πέτρος του αποκρίθηκε: «Κύριε, αν είσαι εσύ, δώσε μου εντολή να έρθω κοντά σου περπατώντας στα νερά». Κι εκείνος του είπε: «Έλα». Κατέβηκε τότε από το πλοίο ο Πέτρος κι άρχισε να περπατάει πάνω στα νερά για να πάει στον Ιησού. Βλέποντας όμως τον ισχυρό άνεμο φοβήθηκε, κι άρχισε να καταποντίζεται· έβαλε τότε τις φωνές: «Κύριε, σώσε με!» Αμέσως ο Ιησούς άπλωσε το χέρι, τον έπιασε και του λέει: «Ολιγόπιστε, γιατί σε κυρίεψε η αμφιβολία;» Και μόλις ανέβηκαν στο καΐκι κόπασε ο άνεμος. Τότε όσοι ήταν στο καΐκι ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας: «Αληθινά, είσαι ο Υιός του Θεού!» Αφού διασχίσανε τη λίμνη, ήρθαν στην περιοχή της Γεννησαρέτ.


Σάββατο, 24 Ιουλίου 2010

KYΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - Ματθ.14,22-34



ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ

Το σημερινό περιστατικό που αναφέρει η ευαγγελική διήγηση έλαβε χώρα αμέσως μετά τον θαυματουργικό χορτασμό των πεντακισχιλίων. Πέραν όμως από το βίωμα αυτό που συγκλόνισε τους μαθητές, οι ευαγγελιστές διασώζουν το γεγονός, γιατί βλέπουν σ’ αυτό κάποιο βαθύτερο νόημα για την Εκκλησία.

Ο όχλος, που παρέστη μάρτυρας του πολλαπλασιασμού των άρτων, βρίσκεται σ΄ένα παραλήρημα μεσσιανικού ενθουσιασμού, νομίζοντας ότι έφθασε η μεγάλη στιγμή της ικανοποιήσεως των αναγκών του. Ο Ιησούς που γνωρίζει καλά, ότι αυτός ο ενθουσιασμός μπορεί να σημάνει αποτυχία του πνευματικού έργου Του, διώχνει τους μαθητές Του με το πλοιάριο στο απέναντι μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ κι’ ό ίδιος αποσύρεται στο όρος για να προσευχηθεί.

Όταν όμως αντιλαμβάνεται, ότι οι μαθητές κινδυνεύουν από τον αντίθετο άνεμο και τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, παρουσιάζεται μπροστά τους και λέγει : «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμί μή φοβεῖσθε». Η ενθαρρυντική αυτή φράση έκανε βέβαια μεγάλη αίσθηση στους φοβισμένους μαθητές. Κι’ αν την κατέγραψαν, είναι γιατί σ’ αυτήν την φράση είδαν μια υπόσχεση του Χριστού προς το σκάφος της Εκκλησίας.

Πράγματι! Πόσες τρικυμίες και πόσους αντίθετους ανέμους δεν δοκίμασε η Εκκλησία στην διάρκεια της ιστορίας της μέχρι σήμερα; Όταν λείψει η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Χριστό, τότε κινδυνεύει να καταποντισθεί στη θάλασσα των συμβιβασμών, των υποχωρήσεων και της προδοσίας.

Το επεισόδιο με τον αυθόρμητο αλλά και μερικές φορές ολιγόπιστο μαθητή Πέτρο, αυτό ακριβώς θέλει να δείξει: όσο έβλεπε ο μαθητής με εμπιστοσύνη τον Χριστό, μπορούσε να βαδίζει επάνω στη θάλασσα. Όταν όμως φοβήθηκε από τον ισχυρό άνεμο και σκέφθηκε τον κίνδυνο άρχισε να βυθίζεται. Δηλ. όσο λιγότερο συνειδητοποιεί κανείς την παρουσία του Κυρίου δίπλα του και όσο αμφιβάλλει για τη δύναμη Του, τόσο περισσότερο εκτεθειμένο στο φόβο και στον κίνδυνο. Αλλ’ όταν απευθύνεται με εμπιστοσύνη στον Κύριο, δεν μένει χωρίς βοήθεια. Στο «Κύριε, σῶσον με» που πρόφερε ο Πέτρος έλαβε σαν απάντηση την άμεση βοήθεια. Στην πίστη δεν χωρούν πειραματισμοί και δοκιμές. Δεν χρειάζεται να περπατάει κανείς επάνω στη θάλασσα για να πιστέψει στον Χριστό, αλλ’ αν πραγματικά πιστεύει, μπορεί να προχωρεί με θάρρος επάνω στην τρικυμισμένη θάλασσα της ζωής χωρίς να βυθίζεται και να χάνεται. Αυτός που είναι ο χορηγός της τροφής, Αυτός που χορταίνει τους ανθρώπους με τον άρτο της ζωής, είναι και ο Κύριος του θανάτου.

Η ευαγγελική διήγηση με την αναφορά σ’ ένα βίωμα του μαθητή και ιδιαίτερα του Απ. Πέτρου, υπογραμμίζει την παρακάτω αλήθεια : Η πίστη στον αρχηγό της πίστεως είναι απαραίτητο εφόδιο γι’ αυτούς που βρίσκονται στο σκάφος της Εκκλησίας που πλέει μέσα στην τρικυμία του κόσμου. Όποιος επηρεάζεται από τους ανέμους και αφήνει τον εαυτό του εκτεθειμένο σ’ αυτούς κινδυνεύει να καταποντισθεί. Ας γνωρίζει όμως ότι στην κραυγή «Κύριε, σῶσον με» θα έλθει άμεσος βοηθός ο νικητής των αντιθέτων δυνάμεων Υιός του Θεού.

Στο «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμί, μή φοβεῖσθε» της διήγησης μας πρέπει να αναγνωρίσουμε την ρητή υπόσχεση του Κυρίου προς τους πιστούς της Εκκλησίας Του, ότι μέσα στις ταραχές της ζωής, στους διωγμούς, στις θλίψεις, στους αντιθέτους ανέμους και τα άλλα εμπόδια Εκείνος θα βρίσκεται δίπλα τους, σύμφωνα εξ άλλου και με την διαβεβαίωση Του με την οποία τελειώνει και το Ευαγγέλιο του Ματθαίου: «Ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας ἕως ταῆς συντελείας τῶν αἰώνων».( 28,30).


π.Γ.Στ.

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

Αγία Μαρκέλλα η Παρθενομάρτυς


 Kαν αγνοώμεν πάντες ημείς Mαρκέλλα,

Aθλήσεως σης, Xριστός οίδε τον τρόπον.

Βιογραφία

Μας είναι άγνωστο πότε έζησε η Αγία Μαρκέλλα η Παρθενομάρτυς. Στο Λειμωνάριο αναφέρεται ότι ήταν από τη Χίο, αλλά γι' αυτό δεν έχουμε καμία αρχαία μαρτυρία. Η Οσία Μαρκέλλα έγινε γνωστή, από του ότι οι κάτοικοι του νησιού Χίου, πριν από πολλά χρόνια είχαν ναό στ' όνομα της, που έκανε πολλά θαύματα. Μεταξύ των άλλων θαυμάτων διηγούνται και αυτό: ότι στην παραλία, που ήταν ο ναός της Οσίας, βρίσκουν χαλίκια γεμάτα αίματα πηγμένα, που αφού τα ξύσουν τα βάζουν σε αγγεία και τα έχουν να θεραπεύουν αρρώστιες. Από αυτό λοιπόν, έγινε γνωστό σε όλους ότι είναι και Οσία και Μάρτυς. Μάρτυς, από τα πηγμένα αίματα στις πέτρες και Οσία από τις εμφανίσεις τις σε όνειρα.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἁγνείας τὸ ρόδον καὶ τῆς Χίου τὸ βλάστημα, τὴν Ἁγίαν Μαρκέλλαν ἐν ὠδαὶς εὐφημήσωμεν τμηθεῖσα γὰρ χειρὶ τὴ πατρική, ὡς φύλαξ ἐντολῶν τῶν τοῦ Χριστοῦ, ρώσιν νέμει καὶ κινδύνων ἀπαλλαγήν, τοὶς πρὸς αὐτὴν κραυγάζουσι, δόξα τῷ δεδοκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σου, πάσιν ἰάματα.

Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἡ λαμπρά σου ἄθλησις, ὦ καλλιμάρτυς Μαρκέλλα, τῶν πιστῶν ἐφαίδρυνε, τὰς διανοίας ἐνθέως· θάνατον, τοῦ ζῆν ἀνόμως προκρίνειν πάντας, πείθουσα· καὶ γὰρ ἐτμήθης ξίφει τὴν κάραν, σὺν μαστοῖς ὑπὸ πατρῴας, χειρός· ὢ δρᾶμα! ὑπὲρ τοῦ νόμου Χριστοῦ.

Μεγαλυνάριον

Χλαῖναν παρθενίας πορφυραυγῆ, αἵμασιν οἰκείοις, βεβαμμένην ἀθλητικῶς, φέρουσα Μαρκέλλα, τῷ Λόγῳ ἐνυμφεύθης, τιμηθεῖσα τῇ πατρῴᾳ, χειρὶ ὡς πάνσεμνος.


Ανάλυση ονόματος*

ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ: (από την λατινική λέξη marceo = μαραίνομαι) = ο αδρανής προς τα υλικά και δραστήριος προς τα πνευματικά.

Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

20 Ιουλίου, εορτή του Προφήτη Ηλία. Ἔνας ἐπίγειος Άγγελος - Ἔνας ἐπουράνιος ἄνθρωπος


Η καταγωγή του

Ὁ προφήτης Ἠλίας, αν και συγκαταλέγεται μεταξύ τῶν σπουδαιότερων προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐπειδή ἔζησε κατά τόν 9ο αἰώνα δέν ἄφησε γραπτά κείμενα. Ὅμως τά σχετικά μέ τήν καταγωγή καί τή δράση του μᾶς εἶναι γνωστά, ἔχουν δέ ὡς ἑξῆς: Πατέρας του ἦταν ὁ Σωβάκ ἀπό τήν κωμόπολη Θέσβη (σημερινή El  Istib) τῆς Γαλαάδ στήν  Ὑπεριορδανία. Ὅταν γεννήθηκε, ὁ πατέρας του εἶδε σέ ὀπτασία ἄντρες λευκοφορεμένους νά δίνουν στό βρέφος τό ὄνομα Ἠλιού (πού σημαίνει θεός ἤ θεῖος καί παράγεται ἀπό τό Ἠλί, τό ὁποῖο στά ἑβραϊκά ἔχει τή σημασία τοῦ Θεοῦ), νά τό σπαργανώνουν μέ φωτιά καί νά τοῦ δίνουν νά φάει ἐπίσης φωτιά. Ἡ ὀπτασία, ὅπως τοῦ ἐξήγησαν οἱ ἱερεῖς, σήμαινε ὅτι «ἡ κατοίκησις τοῦ τέκνου θά εἶναι φῶς, ὁ λόγος του ἀπόφασις, ἡ ζωή του κατά Κύριον καί ὁ ζῆλος του θά φανῇ εὐάρεστος εἰς τόν Θεόν καί θέλει κρίνῃ τόν Ἰσραήλ διά πυρός καί μαχαίρας». Ἀπό τήν ἰδιαίτερη πατρίδα του ἔλαβε –κατά τή μετάφραση τῶν Ο΄– καί τήν προσωνυμία Θεσβίτης.

Οἱ ἁγιογραφικές πληροφορίες γιά τόν προφήτη Ἠλία ἀναφέρουν ὅτι φοροῦσε ροῦχο ἀπό προβιά καί στή μέση του εἶχε δερμάτινη ζώνη (Δ΄ Βασ. 1,8). Ζοῦσε αὐστηρή καί ἀσκητική ζωή, καί ἦταν ἀνυποχώρητος σέ θέματα γνήσιας λατρείας τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δέν συμβιβαζόταν μέ τή τάση τῆς υἱοθέτησης ἀπό τούς Ἑβραίους εἰδωλολατρικῶν στοιχείων, πού ἦταν πολύ ἔντονη, ὅπως θά ἀναφερθεῖ στίς ἑπόμενες σελίδες. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, σκιαγραφώντας τήν προσωπικότητα τοῦ προφήτη Ἠλία, ἐπισημαίνει ὅτι στόν ἅγιο συνυπῆρχαν ἀντίθετες ἰδιότητες: Ἦταν φτωχός ἀλλά ταυτόχρονα καί πλούσιος ἀπαίδευτος καί σοφός· ἐνῶ ἦταν ἀκτήμων, μποροῦσε νά φέρει βροχή ἤ ἀνομβρία, ἀφοῦ ὁ Θεός εἰσήκουε τήν προσευχή του.

Βίος καί δράση

Η προφητική ἀποστολή τοῦ Ἠλία ἀναπτύχθηκε στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἀχαάβ (873 – 854 π.Χ.) καί τοῦ διαδόχου του Ὀχοζία. Πρόκειται γιά μία περίοδο πολύ ταραχώδη γιά τό μονοθεϊσμό στό Ἰσραήλ, ὅταν εἶναι γνωστό ὅτι οἱ Ἑβραῖοι δοκιμάζονταν κατά καιρούς στήν πίστη τους ἀπό τούς εἰδωλολατρικούς γειτονικούς λαούς, ἐξαιτίας τῶν ἐπιδράσεων στή θρησκεία τους. Ὁ Ἀχαάβ ἔλαβε ὡς γυναίκα του τήν   Ἰεζάβελ, κόρη τοῦ Εὐβάαλ, βασιλιᾶ τῆς Τύρου (Φοινίκης).   Ἐκείνη, ἐπηρεάζοντας τό σύζυγό της, καθιέρωσε ἐπίσημα τή λατρεία τοῦ θεοῦ ΒάαλMelgart, προσπαθοῦσε μάλιστα νά τήν ἐπιβάλει καί ὡς κρατική. Γιά νά πετύχει στό στόχο της δέν δίστασε νά διατάξει τό φόνο προφητῶν καί τή δίωξη ὅσων πίστευαν στόν ἕνα καί μόνο ἀληθινό Θεό. Ἐπέβαλε τήν καταστροφή τῶν βωμῶν, ἐνῶ διέθετε τά ἀπαιτούμενα γιά νά διαδοθεῖ ἡ λατρεία τῶν εἰδωλολατρικῶν φοινικικῶν θεοτήτων. Στό βιβλίο Βασιλειῶν Γ΄ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης περιγράφεται μέ ζωηρά χρώματα τό μέγεθος τῆς ἀσέβειας τοῦ Ἀχαάβ καί τῆς  Ἰεζάβελ: Ὁ Ἀχαάβ ἔπραξε ὅ,τι δυσαρεστεῖ τόν Κύριο, ξεπερνώντας ὅλους τούς προκατόχους του… Πῆρε γιά γυναίκα του τήν Ἰεζάβελ.. καί πῆγε καί λάτρεψε τόν Βάαλ καί τόν προσκύνησε.  Ἔχτισε θυσιαστήριο στόν Βάαλ, στό ναό τοῦ Βάαλ, πού εἶχε ἀνεγείρει στή Σαμάρεια. Ὁ Ἀχαάβ κατασκεύασε ἐπίσης ξύλινη λατρευτική στήλη καί ἔκανε περισσότερες ἁμαρτίες ἀπ’ ὅλους τούς προκατόχους του βασιλιάδες τοῦ Ἰσραήλ, ἐξοργίζοντας ἔτσι τόν Κύριο, τόν Θεό του (Γ΄ Βασ. 16, 3133).

Εἶχε φτάσει πλέον ἡ στιγμή νά δράσει ὁ προφήτης  Ἠλίας.  Ἐμφανίζεται στό βασιλιά Ἀχαάβ καί τοῦ λέει: Ὁρκίζομαι στόν Κύριο πού ὑπηρετῶ, τόν ἀληθινό Θεό τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι τά ἑπόμενα χρόνια δέν θά πέσει στή γῆ δροσιά οὔτε βροχή, παρά μόνο μέ προσταγή δική μου (Γ΄ Βασ. 17,1). Ἡ κατηγορηματική αὐτή προαγγελία τοῦ προφήτη, τόν ὁποῖο σεβόταν ὁ λαός καί ἑπομένως ὑπολόγιζε ὁ βασιλιάς, ἦταν ἑπόμενο νά ἐξαγριώσει τή βασιλική αὐλή καί ἰδιαίτερα τήν  Ἰεζάβελ. Γιά νά μή κινδυνέψει λοιπόν ὁ Ἠλίας, ὁ Θεός ἔλαβε πρόνοια γι’ αὐτόν.

Τριετής ἀνομβρία.

Ὁ Κύριος εἶπε στόν Ἠλία: Φύγε ἀπό ἐδῶ καί πήγαινε πρός τά ἀνατολικά, νά κρυφτεῖς κοντά στό χείμαρρο Χοράθ (Χερίθ), ἀνατολικά τοῦ  Ἰορδάνη. Θά πίνεις νερό ἀπό τό χείμαρρο κι ἐγώ θά δώσω προσταγή στούς κόρακες νά φροντίζουν γιά τήν τροφή σου ἐκεῖ (Γ΄ Βασ. 17, 24). Ὁ προφήτης συμμορφώθηκε. Ἡ τριετής ξηρασία (τήν ὁποία μνημονεύει καί ὁ ἱστορικός Ἰώσηπος στήν «Ἰουδαϊκή Ἀρχαιολογία» VII, 13,2) ἄρχισε. Ὁ προφήτης κρυβόταν στό μέρος πού τοῦ εἶχε ὑποδειχθεῖ ἀπό τόν Θεό. Ἐκεῖ, οἱ κόρακες τοῦ ἔφερναν ψωμί καί κρέας πρωί καί βράδυ, κι ἔπινε νερό ἀπό τό χείμαρρο. Μετά ὅμως ἀπό μερικές μέρες ξεράθηκε ὁ χείμαρρος, γιατί ὑπῆρχε ἀνομβρία στή χώρα (Γ΄ Βασ. 17, 67). Φιλοξενούμενος στή Σαρεπτά. Τότε παίρνει καί πάλι νέα ἐντολή ἀπό τόν Κύριο πού τοῦ εἶπε: Σήκω, πήγαινε στή Σαρεπτά, στήν περιοχή τῆς Σιδώνας καί μεῖνε ἐκεῖ. Ἐγώ διέταξα μία χήρα νά φροντίζει γιά τήν τροφή σου. Ξεκίνησε ὁ Ἠλίας καί ὅταν ἔφτασε στήν πύλη τῆς πόλης εἶδε μία γυναίκα πού μάζευε ξύλα. Τῆς φώναξε καί τῆς εἶπε: Φέρε μου, σέ παρακαλῶ, λίγο νερό σ’ ἕνα κύπελο γιά νά πιῶ… καί φέρε μου ἐπίσης ἕνα κομμάτι ψωμί. Ἡ ἀπάντηση τῆς γυναίκας, πού ἦταν χήρα, εἶναι συγκλονιστική: Μά τόν ἀληθινό Θεό, τόν Θεό σου, δέν ἔχω καθόλου ψωμί, παρά μόνο μία χούφτα ἀλεύρι στό πιθάρι καί λίγο λάδι στό δοχεῖο. Ἦρθα ἐδῶ γιά νά μαζέψω λίγα ξύλα, νά πάω νά ἑτοιμάσω γιά μένα καί τό γιό μου ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει, νά τό φᾶμε καί μετά νά πεθάνουμε. Ὁ προφήτης  Ἠλίας ἐπέμεινε. Τῆς εἶπε λοιπόν νά μήν ἀνησυχεῖ. Νά πάει σπίτι της καί νά κάνει αὐτό πού εἶχε στό μυαλό της. Τῆς ζήτησε ὅμως νά φτιάξει πρῶτα μία μικρή λαγάνα γιά κεῖνον ἀπό τό λίγο ἀλεύρι της καί νά τοῦ τή φέρει, ἔπειτα νά φτιάξει γιά τήν ἴδια καί τό γιό της. Γιατί ὁ Κύριος, ὁ Θεός τοῦ  Ἰσραήλ, λέει: τό πιθάρι μέ τό ἀλεύρι δέν θ’ ἀδειάσει καί τό λάδι στό δοχεῖο δέν θά λιγοστέψει, ὥς τή μέρα πού ὁ Κύριος θά στείλει βροχή. Ἡ γυναίκα ἔκανε ὅπως τῆς εἶπε ὁ προφήτης, μέ ἀποτέλεσμα οὔτε τό ἀλεύρι οὔτε τό λάδι νά τελειώνουν γιά πολλές ἡμέρες (Γ΄ Βασ. 17, 816). Σχολιάζοντας ὁ ἅγιος  Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τήν ἀνομβρία καί τή φιλοξενία τῆς χήρας τῆς Σαρεπτά λέει τά ἑπόμενα (στόν Λόγο του «εἰς τόν Πέτρον τόν ἀπόστολον καί  Ἠλίαν τόν προφήτην», Migne, P.G. 50, § B΄Δ΄, 728735):

«Ὁ προφήτης Ἠλίας ἦταν τόσο αὐστηρός μέ τούς ἁμαρτάνοντες, ὥστε προσευχήθηκε κάποτε νά μή πέσει βροχή… Κι αὐτό τό ἔκανε κινούμενος ἀπό πολύ μεγάλο ζῆλο. Διότι ἔβλεπε νά γίνονται πολλά ἄτοπα… καί ἡ παρεκτροπή ἦταν γενική… Μόνο ὁ Ἠλίας εἶχε ἀναμμένο τό λυχνάρι τῆς ἀρετῆς… Τά πάντα ἐρημώνονταν καί ἐξαφανίζονταν…, ὅλοι πέθαιναν ἐξαιτίας τῆς ἀβροχίας…, ἀλλά γιά τίποτα δέν τόν ἔνοιαζε τόν Ἠλία, που ἦταν μεθυσμένος ἀπό τόν ἱερό ζῆλο… Τί κάνεις, Ἠλία;   Ἔστω, οἱ νέοι ἁμάρτησαν· γιατί τιμωροῦνται τά παιδιά;  Ἔστω, ἁμάρτησαν οἱ ἄνθρωποι· γιατί μαζί τους πεθαίνουν καί τά ζῶα; Τόσο μεγάλη ἀσπλαχνία ἔχεις; Καθόλου δέν σέ μέλει γιά τούς ἀνθρώπους; Γυναίκα καί παιδί δέν ἔχεις· ἀδιαφορεῖς γι’ αὐτούς πού χάνονται».Τί τοῦ λέει λοιπόν ὁ Θεός; Πήγαινε στό χείμαρρο Χοράθ καί θά διατάξω κόρακα νά σοῦ φέρνει τροφή… Πῶς τρεφόταν ἀπό κόρακα; Ἀφοῦ ὁ κόρακας κατά τό (μωσαϊκό) νόμο εἶναι ἀκάθαρτος… Κι ὅμως ὁ Ἠλίας τρεφόταν ἀπό κόρακα, πιστεύοντας ὅτι τίποτα δέν εἶναι ἀκάθαρτο ἀφοῦ δημιουργήθηκε ἀπό τόν Κύριο… Ἔπειτα, ἐπειδή ὁ χείμαρρος ξεράθηκε…, πήγαινε, τοῦ εἶπε, στή Σαρεπτά καί θά διατάξω γυναίκα χήρα νά σέ διατρέφει ἐκεῖ. Αὐτό τό ἔκανε ὁ Θεός κατ’ οἰκονομίαν. Ἐπειδή δηλαδή ὁ Ἠλίας δέν ἤξερε τά ὅσα εἶχαν συμβεῖ… καί τή γενική συμφορά…, τόν στέλνει ὁ Θεός…, ὥστε ἀφοῦ δεῖ καί ὁ Ἠλίας τί εἶχε συμβεῖ, νά ζητήσει ἐπίμονα ἀπό τόν Κύριο νά δώσει βροχή.»… Ὁ Ἠλίας δέν εἶπε στόν Θεό· σέ ποιόν μέ στέλνεις;… μήπως δέν ὑπάρχουν ἄλλοι ἄνθρωποι πλουσιότεροι πού μποροῦν νά παρηγορήσουν τήν πείνα μου;»Δέν ξέρω πῶς νά ἐπαινέσω τή χήρα· πῶς περιφρόνησε τό γιό της καί ἄνοιξε τό σπίτι της νά φιλοξενήσει… Ἔσπειρε φιλοξενία ἡ χήρα καί ἀμέσως θέρισε τό καρπερό στάχυ τῆς φιλοξενίας. Διότι, τί τῆς εἶπε ὁ Ἠλίας; Ζεῖ ὁ Κύριος, τό πιθάρι μέ τ’ ἀλεύρι δέν θά ἀδειάσει καί τό δοχεῖο μέ τό λάδι δέν θά μειωθεῖ».

Ἀνάσταση τοῦ γιοῦ τῆς χήρας.

Ὕστερα ἀπό τά γεγογονότα αὐτά ἀρρώστησε βαριά καί πέθανε ὁ γιός τῆς χήρας πού φιλοξενοῦσε τόν προφήτη. Τότε ἡ γυναίκα, καθώς μᾶς πληροφορεῖ τό βιβλίο «Βασιλειῶν Γ΄» (κεφ. 17, 1824), εἶπε στόν προφήτη Ἠλία: Τί σοῦ χρωστοῦσα, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ;  Ἦρθες στό σπίτι μου γιά νά μοῦ ὑπενθυμίσεις τήν ἁμαρτία μου καί νά κάνεις νά πεθάνει ὁ γιός μου; Ἐκεῖνος ὅμως τό πῆρε ἀπό τήν ἀγκαλιά της, τό ἀνέβασε στό ἀνώγι ὅπου ἔμενε ὁ ἴδιος καί προσευχήθηκε στόν Κύριο, λέγοντας: Κύριε, Θεέ μου, γιατί ἔκανες κακό στή χήρα πού μέ φιλοξενεῖ, ἀφήνοντας νά πεθάνει ὁ γιός της; Καί συνέχισε, παρακαλώντας νά ἐπιστρέψει ἡ ψυχή τοῦ παιδιοῦ αὐτοῦ μέσα του. Ὁ Κύριος ἄκουσε τήν προσευχή του καί ἀνέστησε τό παιδί. Τό πῆρε ὁ προφήτης Ἠλίας καί τό κατέβασε ἀπό τό ἀνώγι. Τό παρέδωσε στή μητέρα του λέγοντας: Νά ὁ γιός σου, εἶναι ζωντανός. Κι ἐκείνη τοῦ ἀπάντησε: Τώρα κατάλαβα ὅτι ἐσύ εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καί ὅ,τι προφητεύει τό στόμα σου εἶναι πραγματικά λόγος Κυρίου.

Παρρησία τοῦ Ἠλία ἐνώπιον τοῦ βασιλιᾶ.

Ἦταν ἤδη ὁ τρίτος χρόνος τῆς φοβερῆς ξηρασίας, ὅταν ὁ Θεός μίλησε στόν προφήτη καί τοῦ εἶπε: Πήγαινε νά παρουσιαστεῖς στόν Ἀχαάβ, κι ἐγώ θά στείλω βροχή στή γῆ (Γ΄ Βασ. 18,1). Στό μεταξύ ἡ πείνα εἶχε ἐπιδεινωθεῖ στή Σαμάρεια. Ὅταν ἔγινε ἡ συνάντηση τοῦ Ἠλία μέ τό βασιλιά Ἀχαάβ ἐκεῖνος εἶπε στόν προφήτη: Ἐσύ εἶσαι πού ἀναστατώνεις τόν Ἰσραήλ; γιά νά πάρει τή γεμάτη παρρησία ἀπάντηση: Δέν ἀναστατώνω ἐγώ τόν Ἰσραήλ, ἀλλά ἐσύ καί ἡ οἰκογένειά σου, ἐπειδή ἀρνηθήκατε νά ὑπακούσετε στίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί λατρέψατε τίς θεότητες τοῦ Βάαλ (Γ΄ Βασ. 18, 1718). Τόν προκάλεσε μάλιστα νά δώσει ἐντολή νά συγκεντρωθοῦν ὅλοι οἱ Ἰσραηλίτες στό ὄρος Κάρμηλος, μαζί μέ τούς 450 «προφῆτες» τοῦ Βάαλ καί τούς 400 «προφῆτες» τῆς Ἀστάρτης, πού ἦταν προστατευόμενοι τῆς βασίλισσας Ἰεζάβελ. Ὅταν ἔγινε αὐτή ἡ συγκέντρωση λαοῦ καί «προφητῶν», ὁ Ἠλίας ἀπευθύνθηκε στούς Ἰσραηλίτες καί μέ πύρινο λόγο τούς ἔλεγξε γιά τήν πίστη τους:  Ὥς πότε θά ἀμφιταλαντεύεστε; Ἄν ὁ Κύριος εἶναι Θεός, ἀκολουθῆστε τον· κι ἄν εἶναι ὁ Βάαλ, ἀκολουθῆστε ἐκεῖνον… (Γ΄ Βασ. 18,21).

Φωτιά ἀπό τόν οὐρανό στό βωμό τοῦ Ἠλία.

Κι ἐνῶ ὁ λαός ἔμενε σιωπηλός, ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ συνέχισε: Ἐγώ ἀπέμεινα μόνος προφήτης τοῦ Κυρίου, ἐνῶ οἱ προφῆτες τοῦ Βάαλ εἶναι 450. Ἄς μᾶς φέρουν δύο μοσχάρια κι ἄς διαλέξουν τό ἕνα γιά τόν ἑαυτό τους· ἄς τό κομματιάσουν κι ἄς τό βάλουν πάνω στά ξύλα· φωτιά ὅμως νά μή βάλουν. Ἐγώ θά πάρω τό ἄλλο μοσχάρι καί θά τό βάλω πάνω στά ξύλα καί δέν θά βάλω φωτιά. Ἄς ἐπικαλεστοῦν αὐτοί τό ὄνομα τοῦ θεοῦ τους καί θά ἐπικαλεστῶ κι ἐγώ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ὅποιος θεός ἀπαντήσει μέ φωτιά, αὐτός θά εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Καί ὁ λαός ἀπάντησε: Σωστά μίλησες (Γ΄ Βασ. 18, 2224).

Ἡ συνέχεια εἶναι λίγο πολύ σέ ὅλους τούς χριστιανούς γνωστή: Οἱ 450 «προφῆτες» τοῦ Βάαλ προσεύχονταν στό θεό τους ἀπό τό πρωί ὥς τό μεσημέρι: «Βάαλ, ἄκουσέ μας», φώναζαν καί χοροπηδοῦσαν γύρω ἀπό τό θυσιαστήριο πού εἶχαν ἑτοιμάσει. Ἀλλά καμία φωνή καί καμία ἀπάντηση δέν ἔπαιρναν ἀπό τό θεό τους. Πρός τό μεσημέρι ὁ Ἠλίας ἄρχισε νά τούς περιπαίζει, λέγοντάς τους: Φωνάξτε πιό δυνατά, θεός εἶν’ αὐτός καί μπορεῖ νά ’ναι βυθισμένος σέ σκέψεις· μπορεῖ νά εἶναι κάπου ἀπασχολημένος ἤ νά ταξιδεύει. Ἴσως κοιμᾶται καί πρέπει νά ξυπνήσει (Γ΄ Βασ. 18,27). Εἰς μάτην ὅμως! Καμία φωνή, κανένα σημάδι ὅτι ὁ θεός τους εἶχε ἀκούσει τίς ἱκεσίες τους.

Νωρίς τό ἀπόγευμα ὁ προφήτης κάλεσε κοντά του τό λαό, πού πλησίασε στό θυσιαστήριο τοῦ Κυρίου τό ὁποῖο εἶχε καταστραφεῖ ἀπό τήν Ἰεζάβελ καί ξαναστήσει ὁ Ἠλίας μέ 12 πέτρες, ὅσοι καί οἱ γιοί τοῦ  Ἰακώβ καί οἱ 12 φυλές τοῦ Ἰσραήλ. Ἔβαλε πάνω στό θυσιαστήριο ξύλα, κομμάτιασε τό μοσχάρι καί τό τοποθέτησε πάνω τους.  Ἔπειτα ζήτησε τέσσερις κάδους νερό κι ἔδωσε ἐντολή νά τό χύσουν πάνω στό ὁλοκαύτωμα καί τά ξύλα. Τό ἴδιο εἶπε καί ἔκαναν δεύτερη καί τρίτη φορά. Στή συνέχεια πλησίασε τό θυσιαστήριο καί προσευχήθηκε σέ ἐπήκοο ὅλων: Κύριε, Θεέ τοῦ  Ἀβραάμ, τοῦ  Ἰσαάκ καί τοῦ  Ἰακώβ, ἄς μάθουν ὅλοι σήμερα ὅτι ἐσύ εἶσαι Θεός στόν Ἰσραήλ κι ἐγώ δοῦλος σου, καί ὅτι ἐγώ ἔκανα ὅλα αὐτά τά πράγματα σύμφωνα μέ τό λόγο σου. Ἀπάντησέ μου, Κύριε, ὥστε νά μάθει ὁ λαός σου αὐτός ὅτι ἐσύ εἶσαι ὁ Κύριος, ὁ Θεός, κι ὅτι ἐσύ θά ξαναφέρεις τήν καρδιά τους κοντά σου (Γ΄ Βασ. 18, 3637). Τότε λοιπόν ἔπεσε φωτιά ἀπό τόν οὐρανό καί ἔκαψε ἐντελῶς τά κομμάτια τοῦ μοσχαριοῦ, τά ξύλα, ἀκόμα καί τίς πέτρες καί τό χῶμα. Ἔκπληκτοι ὅλοι ἔσκυψαν τό κεφάλι καί εἶπαν: Ὁ Κύριος! Αὐτός εἶναι ὁ Θεός! Καί ὁ Ἠλίας: Πιάστε τούς «προφῆτες» τοῦ Βάαλ, νά μή σᾶς ξεφύγει κανείς. Τούς συνέλαβαν, τούς κατέβασαν στό χείμαρρο Κισών κι ἐκεῖ τούς ἐξολόθρευσε (Γ΄ Βασ. 18, 3840).

Τό τέλος τῆς τριετοῦς ξηρασίας.

Μετά τό γεγονός αὐτό τά σύννεφα σκοτείνιασαν τόν οὐρανό καί ξέσπασε θύελλα καί δυνατή βροχή (Γ΄ Βασ. 18, 45). Ὁ βασιλιάς ἐπιστρέφοντας στό παλάτι διηγήθηκε στή γυναίκα του Ἰεζάβελ ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ προφήτης Ἠλίας καί πώς ἐξολόθρευσε τούς «προφῆτες» τοῦ Βάαλ. Ἡ Ἰεζάβελ ὀργισμένη ἔστειλε μέ ἀγγελιοφόρο μήνυμα στόν Ἠλία: Νά μέ τιμωρήσουν οἱ θεοί, ἄν αὔριο τέτοια ὥρα δέν σοῦ κάνω ὅ,τι ἔκανες ἐσύ στούς προφῆτες (Γ΄ Βασ. 19,2).

Ὁ Ἠλίας κρύβεται στό ὄρος Χωρήβ.

Ὅταν ὁ προφήτης πῆρε τό μήνυμα φοβήθηκε καί σηκώθηκε κι ἔφυγε γιά νά σώσει τή ζωή του. Στό Γ΄ Βασιλειῶν (19, 310) περιγράφεται μέ ἐνάργεια τό περιστατικό: Φεύγοντας πῆγε στή ΒέερΣεβά, πού ἀνῆκε στό βασίλειο τοῦ Ἰούδα. Ἄφησε ἐκεῖ τόν ὑπηρέτη του κι ὁ ἴδιος προχώρησε μιᾶς ἡμέρας δρόμο μέσα στήν ἔρημο. Ἦρθε καί κάθισε στή σκιά ἑνός σπαρτόδενδρου. Παρακαλοῦσε νά πεθάνει: Ἀρκετά ὥς ἐδῶ, Κύριε, ἔλεγε. Πάρε τή ζωή μου, γιατί ἐγώ δέν εἶμαι καλύτερος ἀπό τούς προγόνους μου.   Ὕστερα ξάπλωσε καί τόν πῆρε ὁ ὕπνος. Ἄγγελος Κυρίου ὅμως τόν ἄγγιξε καί τοῦ εἶπε: Σήκω καί φάγε. Γυρίζοντας ὁ  Ἠλίας τό κεφάλι του εἶδε μία λαγάνα ψητή σέ καυτές πέτρες καί μία κανάτα νερό. Ἀφοῦ ἔφαγε καί ἤπιε, ξάπλωσε καί πάλι. Ἀλλά ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε: Σήκω καί φάγε, γιατί ἔχεις ἀκόμα πολύ δρόμο μπροστά σου.

Καί μέ τή δύναμη ἐκείνης τῆς τροφῆς βάδισε 40 μερόνυχτα ὥς τό Χωρήβ, τό βουνό τοῦ Θεοῦ. Μπῆκε σέ μία σπηλιά, ὅπου πέρασε τή νύχτα. Τότε ὁ Κύριος τόν ρώτησε: Τί ζητᾶς ἐδῶ, Ἠλία; Καί ὁ προφήτης ἀπάντησε: «Ἐγώ ἀγωνίστηκα μέ μεγάλο ζῆλο γιά σένα, Κύριε, Θεέ τοῦ σύμπαντος. Ἀλλά οἱ Ἰσραηλίτες ἀθέτησαν τή διαθήκη σου, γκρέμισαν τά θυσιαστήριά σου καί κατέσφαξαν τούς προφῆτες σου· μόνον ἐγώ ἀπέμεινα καί ζητοῦν κι ἐμένα νά θανατώσουν». Ὁ Κύριος στή συνέχεια ἐμφανίστηκε στόν Ἠλία ὄχι ὡς μεγάλος καί δυνατός ἄνεμος πού ἔσχιζε τά βουνά καί σύντριβε τούς βράχους στό πέρασμά του· οὔτε σάν σεισμός ἤ φωτιά, ἀλλά ὡς ἕνας ἦχος ἀπό ἐλαφρό ἀεράκι (Γ΄ Βασ. 19, 1112). Καί ἔδωσε ἐντολή στόν προφήτη του νά πάει στή Δαμασκό γιά νά χρίσει τό νέο βασιλιά τῶν Συρίων, ὕστερα τό νέο βασιλιά τοῦ Ἰσραήλ καί στή συνέχεια νά χρίσει διάδοχό του προφήτη τόν Ἐλισαῖο. Πράγμα πού ἔκανε ὁ Ἠλίας.

Ἡ ἁρπαγή τοῦ προφήτου  Ἠλία στόν οὐρανό.

Αφοῦ ὁ προφήτης Ἠλίας ἔζησε καί ἔδρασε κατά τό θέλημα τοῦ Κυρίου, ἔφτασε ὁ καιρός νά τόν πάρει ὁ Θεός στούς οὐρανούς μέσα σέ ἀνεμοστρόβιλο (Δ΄Βασ. 2,1). Τό θαυμαστό γεγονός περιγράφεται πολύ παραστατικά στό 2ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου «Βασιλειῶν Δ΄» ὡς ἑξῆς: Μία φορά πού ὁ Ἠλίας καί ὁ (μαθητής του) Ἐλισαῖος ἐπέστρεφαν μαζί ἀπό τά Γάλγαλα, εἶπε κάποια στιγμή ὁ πρῶτος στό δεύτερο: Μεῖνε ἐδῶ, γιατί ὁ Κύριος μέ στέλνει στή Βαιθήλ. Ὁ Ἐλισαῖος ἀπάντησε: Ὁρκίζομαι στόν ἀληθινό Θεό καί σ’ ἐσένα, ὅτι δέν θά σ’ ἀφήσω. Ἔτσι πῆγαν μαζί στή Βαιθήλ, πού εἶναι ἱερός τόπος βόρεια τῆς Ἰερουσαλήμ. Ἐκεῖ βρισκόταν μία ὁμάδα προφητῶν πού εἶπαν στόν Ἐλισαῖο: Τό ξέρεις ὅτι σήμερα ὁ Θεός θά πάρει ἀπό κοντά σου τόν κύριό σου; Αὐτός ἀπάντησε πώς τό ξέρει, ἀλλά τούς παρεκάλεσε νά μή μιλᾶνε γι’ αὐτό.

Ὕστερα ὁ Ἠλίας καί ὁ Ἐλισαῖος πῆγαν στήν Ἰεριχώ. Τήν ἴδια ἐρώτηση ἔκαναν στόν Ἐλισαῖο καί οἱ ἐκεῖ προφῆτες, πῆραν ὅμως τήν αὐτή ἀπάντηση. Κατόπιν οἱ δυό τους, κατά τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου, βάδισαν πρός τόν Ἰορδάνη ποταμό, ἐνῶ τούς ἀκολουθοῦσαν 50 προφῆτες πού στάθηκαν σέ κάποια ἀπόσταση ἀπ’ αὐτούς. Τότε ὁ Ἠλίας πῆρε τό μανδύα του [τή μηλωτή], τόν δίπλωσε καί χτύπησε μ’ αὐτόν τά νερά. Ἐκεῖνα ἄνοιξαν στά δύο καί πέρασαν ἀνάμεσα οἱ δυό ἄντρες πατώντας σέ ξηρά (Δ΄ Βασ. 2,8). Ὁ Ἠλίας εἶπε στό μαθητή του: Ζήτησέ μου τί θέλεις νά κάνω γιά σένα, πρίν μέ πάρει ὁ Κύριος ἀπό κοντά σου. Κι ὁ  Ἐλισαῖος ζήτησε νά τοῦ δώσει διπλάσιο τό προφητικό του πνεῦμα. Ὁ Ἠλίας τοῦ εἶπε: Δύσκολο πράγμα ζήτησες.  Ὡστόσο ἄν μέ δεῖς τή στιγμή πού θά φεύγω ἀπό κοντά σου, τότε θά γίνει αὐτό πού ζήτησες· ἄν ὅμως δέν μέ δεῖς, δέν θά γίνει (Δ΄Βασ. 2,10). Ξαφνικά, καθώς προχωροῦσαν συζητώντας, φάνηκε ἕνα ἅρμα ἀπό φωτιά, κι ἄλογα πύρινα τούς χώρισαν τόν ἕναν ἀπό τόν ἄλλον. Κι ἀνέβαινε ὁ Ἠλίας μέσα σέ ἀνεμοστρόβιλο στόν οὐρανό (στίχ. 11), ἐνῶ ἄφησε νά πέσει ἀπό πάνω του ὁ μανδύας (μηλωτή) πού τόν μάζεψε ὁ  Ἐλισαῖος. Οἱ προφῆτες πού παρακολουθοῦσαν τά γινόμενα ἀπό μακριά, εἶπαν: Τό πνεῦμα τοῦ Ἠλία ἔμεινε στόν  Ἐλισαῖο (στίχ. 15). Ὁ προφήτης Ἠλίας ἔδειξε ἔνθερμο ζῆλο γιά τό νόμο τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό ἀναλήφθηκε στόν οὐρανό (Α΄Μακκ. 2,58).

Ἐπίλογος

Αὐτός εἶναι ὁ βίος καί ἡ πολίτεία τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου Ἠλιού τοῦ Θεσβίτου, τοῦ «ζηλωτοῦ καί τῶν παθῶν αὐτοκράτορος», τοῦ ὑψιπέτου καί «τῶν προφητῶν τό ἐγκαλλώπισμα», τοῦ «ἐν σώματι ἀγγέλου καί τοῦ ἀσάρκου ἀνθρώπου», «τοῦ φθαρτοῦ ἀνθρώπου» πού «ἀφθαρσίαν ἐνδέδυται», τοῦ οὐρανοδρόμου, «τοῦ ἐπόπτου ἀρρήτων μυστηρίων». Καί τίς μεσιτεῖες του ἄς ἐπικαλοῦνται στίς προσευχές τους οἱ πιστοί, κράζοντες μαζί μέ τόν ὑμνωδό του: Προφῆτα καί προόπτα τῶν μεγαλουργιῶν τοῦ Θεοῦ, Ἠλία μεγαλώνυμε, ὁ τῷ φθέγματί σου στήσας τά ὑδατόρρητα νέφη, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν, πρός τόν μόνον Φιλάνθρωπον.
Πηγή: http://www.immspartis.gr, Εὐαγγέλου Π. Λέκκου, Θεολόγου.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ - Μτθ. 5, 14-19

Υμείς εστέ το φως του κόσμου. oυ δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ΄ επί την λυχνίαν, και λάμπει πάσι τοις εν τη οικία. ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς. Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον η τους προφήτας· ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι. αμήν γαρ λέγω υμίν, έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα εν η μία κεραία ου μη παρέλθη από του νόμου έως αν πάντα γένηται. ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών· ος δ΄ αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών.


Μεταφραση

(Κατά Ματθαίον ε΄ 14-19)

Εσείς είστε το φως για τον κόσμο· μια πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι, δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, αλλά το τοποθετούν στο λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας. Μη νομίσετε πως ήρθα για να καταργήσω το νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα για να τα καταργήσω, αλλά για να τα πραγματοποιήσω. Σας βεβαιώνω πως όσο υπάρχει ο κόσμος, έως τη συντέλειά του, δε θα πάψει να ισχύει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία από το νόμο. Όποιος, λοιπόν, καταργήσει ακόμα και μία από τις πιο μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους, θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού. Ενώ όποιος τις τηρήσει όλες και διδάξει έτσι και τους άλλους, αυτός θα θεωρηθεί μεγάλος στη βασιλεία του Θεού.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ - Μτθ. 5, 14-19

ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ ΜΙΑΣ ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΖΩΗΣ

Στη σημερινή Ευαγγελική διήγηση, παρμένη από την επί του Όρους Ομιλία, ο Χριστός παρομοιάζει τους μαθητές με φως του κόσμου, με πόλη κτισμένη επάνω στο βουνό που φαίνεται από παντού και με λύχνο που καίει επάνω στο λυχνοστάτη.

Η εκλογή του Ευαγγελικού αναγνώσματος προσδιορίζεται από το γεγονός, ότι η Εκκλησία μας τιμά σήμερα τη μνήμη των Αγίων Πατέρων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου που έγινε το 451 μ.Χ στη Χαλκηδόνα, για να διατυπώσει το χριστολογικό δόγμα λόγω των αιρέσεων.

Όλες οι παραπάνω παρομοιώσεις εμφανίζουν τον χριστιανό σαν φωτεινό καθοδηγητή των ανθρώπων που δείχνει το δρόμο προς το πραγματικό φως, προς τον Πατέρα των φώτων. Οπότε, σαν φως, σύμφωνα με την περικοπή μας, ο χριστιανός έχει τα εξής χαρακτηριστικά :

Πρώτον είναι «είναι τέκνον φωτός» και «υιός ημέρας». Η ζωή του βρίσκεται μέσα στο φως της Αποκαλύψεως και δεν έχει σχέση με το σκοτάδι, το μίσος, την καταστροφή και την αμαρτία. Το φως ελέγχει τις πράξεις των ανθρώπων και ξεσκεπάζει ό,τι θέλουν να κρατήσουν κρυφό από τα μάτια των άλλων. Έτσι, δεν χωρούν συμβιβασμοί, υποκρισίες και απάτες σ’ αυτούς που ξέρουν, ότι το φως συνοδεύει τη ζωή τους, ότι η ύπαρξη τους είναι διαφανής και ορατή από παντού.

Ένα δεύτερο γνώρισμα του χριστιανού που έρχεται ως συνέπεια του προηγουμένου είναι η φωτεινή του αποστολή μέσα στον κόσμο. Το λυχνάρι δεν το ανάβουν για να το βάλουν κάτω από το «μόδιο» και να το σβήσουν αμέσως, αλλά το τοποθετούν στον λυχνοστάτη για να φωτίζει το σπίτι. Η απλή αυτή εικόνα δείχνει με πολλή απλότητα την αποστολή του χριστιανού. Μια κάποια επιφυλακτικότητα που προέρχεται ίσως από ψυχολογικούς παράγοντες ή από ατολμία του χαρακτήρα ή από σκέψεις δήθεν ανικανότητας, κρατάει πολλές φορές τον χριστιανό μακριά από το φωτιστικό του ρόλο μέσα στην κοινωνία. Όλα αυτά τα ξεπερνά όποιος ζει έντονα το γεγονός της σωτηρίας του και αισθάνεται την υποχρέωση να γίνει εστία σωτηρίας για τους άλλους.

Το τρίτο χαρακτηριστικό, τα «καλά έργα», αποτελούν την αυτονόητη εκδήλωση και τον απαραίτητο καρπό της φωτεινής ζωής. Άκαρπος χριστιανός αποτελεί αντίφαση, διότι η Χριστιανική ιδιότητα εκφράζεται με έργα κι’ όχι με θεωρίες. Βέβαια θα πρέπει στο σημείο αυτό να επισημανθεί ο κίνδυνος της αυτοδικαιώσεως του χριστιανού δια των έργων του. Μέσα όμως σ’ όλη την καρποφορία του ο χριστιανός δεν πρέπει να ξεχνά, ότι σωτήρας είναι ο Χριστός, ο σταυρωθείς και αναστάς κι’ όχι τα αγαθά έργα του, όσο πολλά και σπουδαία κι’ αν είναι. Αυτά είναι καρπός της λυτρώσεως του, η έκφραση της ευγνωμοσύνης του γι’ αυτή, ποτέ όμως η προϋπόθεση ή το μέσο της αποκτήσεως της.

Όπως είναι αυτονόητο ότι ο ζωντανός οργανισμός αναπνέει και λειτουργεί, έτσι είναι αυτονόητο για τον συνειδητό πιστό, ότι παράγει καρπούς. Ας μην διανοηθεί όμως ποτέ, ότι αυτοί οι καρποί είναι που τον σώζουν, γιατί έτσι υποτιμά την μοναδική λυτρωτική αξία του σταυρού και δίνει μεγαλύτερη απ’ ότι πρέπει σπουδαιότατα στον ανθρώπινο παράγοντα.

Το σημερινό Ευαγγέλιο μας προσκαλεί να συνειδητοποιήσουμε την χριστιανική μας ιδιότητα. Η συνειδητοποίηση αυτή θα έχει σαν αποτέλεσμα την αγαθοεργό καρποφορία και τη φωτεινή δραστηριότητα μέσα στην κοινωνία, κατά το πρότυπο των σήμερα τιμωμένων αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, που ήταν και τότε και σήμερα φώτα του κόσμου που φωτίζουν το δρόμο προς τη Βασιλεία του Θεού.

Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

(Κατά Ματθαίον θ΄ 27-35)


Το Ευαγγελιο Της Κυριακής


(Κατά Ματθαίον θ΄ 27-35)

Και παράγοντι εκείθεν τω Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες· ελέησον ημάς, υιέ Δαυΐδ. ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί, και λέγει αυτοίς ο Ιησούς· πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; λέγουσιν αυτώ· ναι, Κύριε. τότε ήψατο των οφθαλμών αυτών λέγων· κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν. και ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί· και ενεβριμήσατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων· οράτε μηδείς γινωσκέτω. οι δε εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη. Αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον· και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός, και εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ότι ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ. οι δε Φαρισαίοι έλεγον· εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια. Και περιήγεν ο Ιησούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ.

Μεταφραση

(Κατά Ματθαίον θ΄ 27-35)

Όταν προχώρησε πιο πέρα ο Ιησούς τον ακολούθησαν δύο τυφλοί, που φώναζαν κι έλεγαν: «Σπλαχνίσου μας, Υιέ του Δαβίδ!» Κι όταν έφτασε στο σπίτι, πήγαν κοντά του οι τυφλοί, και ο Ιησούς τους λέει: «Πιστεύετε πως μπορώ να το κάνω αυτό;» Του λένε: «Ναι, Κύριε». Τότε άγγιξε τα μάτια τους και είπε: «Όπως το πιστεύετε να σας γίνει». Κι ανοίχτηκαν τα μάτια τους. Τότε ο Ιησούς πρόσταξε λέγοντας: «Προσέξτε να μην το μάθει κανένας». Αυτοί όμως, μόλις βγήκαν έξω, διέδωσαν τη φήμη του σ΄ όλη την περιοχή εκείνη. Ενώ έβγαιναν έξω οι δύο τυφλοί, του έφεραν έναν κωφάλαλο δαιμονισμένο. Μόλις έδιωξε το δαιμόνιο, μίλησε ο κωφάλαλος. Κι ο κόσμος θαύμασε και είπε: «Ποτέ ως τώρα δεν είδαν οι Ισραηλίτες τέτοια πράγματα!» Οι Φαρισαίοι όμως έλεγαν: «Με τη δύναμη του άρχοντα των δαιμόνων διώχνει τα δαιμόνια». Ο Ιησούς περιόδευε σ΄ όλες τις πόλεις και στα χωριά, δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυΗ θεραπεία των δύο τυφλών της σημερινής Ευαγγελικής διήγησης φανερώνει την δυναμικότητα της πίστεως. Την πίστη που μπορεί να μετακινήσει ακόμα και βουνά (Ματθ. 17,20). Μια τέτοια πίστη φαίνεται ότι είχαν στην καρδιά τους αυτοί οι δύο πολίτες της Γαλιλαίας, όπως αποδεικνύεται και από την απάντηση τους στον Χριστό, αν και αυτή η καταφατική απάντηση δεν διαψεύστηκε γιατί η πίστη τους ήταν πλήρης.


Συμπερασματα.
Εκείνο που συντελεί στο θαύμα είναι ο θείος και ο ανθρώπινος παράγοντας που ενεργούν από κοινού, όσο η πίστη του δευτέρου ανταποκρίνεται στο μυστήριο της αγάπης του Θεού. Και το μόνο πρόβλημα για το οποίο «πάσχει ο Θεός» είναι η έλλειψη ζωντανής πίστεως που κάνει τον άνθρωπο αδρανή και ανίκανο να συνεργασθεί μαζί Του. Με την έννοια αυτή ο Άγιος Ιάκωβος επισημαίνει : «τί τό ὄφελος ἀδελφοί μου, ἐάν πίστιν λέγει τις ἔχειν, ἔργα δε μη ἔχειν; Μή δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν;» ( Ιακ. 2,14». Από το άλλο μέρος ο τονισμός της πίστεως σε κάποιες φράσεις του Απ. Παύλου όπως: «ὁ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται» ( Ρωμ. 1,7] και «ἐξ ἔργων νόμου οὐ δικαιωθήσεται πᾶσα σάρξ ἐνώπιον αὐτοῦ» (Ρωμ. 4,20] δεν σημαίνει αντίθεση. Είναι φανερό πως αληθινή πίστη δεν μπορεί να σταθεί χωρίς έργα και ότι ο λόγος «ούτε πίστης άνευ έργων ούτε έργα άνευ πίστεως» ισχύει πάντα.
Tο ζητούμενο για το οποίο η Εκκλησία διαρκώς εύχεται, ιδιαίτερα στη Θ. Λειτουργία, είναι η ποιότητα, η πληρότητα και η ενότητα τη πίστεως, όπου και αξίζει να επιμείνουμε περισσότερο.

Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας συμβουλεύει «σπουδάσωμεν, ἕως οὐ καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα της πίστεως». Σπουδάζω σημαίνει βιώνω το περιεχόμενο της πίστεως στην πληρότητα του δηλ. την αγάπη και την ελπίδα. Η αγάπη συνέχει- ενώνει τις δύο άλλες αρετές, ώστε να απεργάζωνται από κοινού τη σωτηρία του πιστού μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας. Η πίστη όπως και η ελπίδα οι οποίες «περικυκλώνουν τον ελπίζοντα χωρίς να τον καταισχύνουν», ανήκουν στο σύνδεσμο της αγάπης. Η πίστη δεν είναι απλώς μια διάσταση αποδοχής της αλήθειας με παθητικό τρόπο, αλλά βιούμενη ελπίδα στην πιστευόμενη αλήθεια, «ἐστι δε πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων», τονίζει ο Απ. Παύλος. Έχουμε ανάγκη διαρκώς την ενίσχυση της ελπίδας για να αντέχομε στους κλυδωνισμούς της παρούσης ζωής. Με την ελπίδα η πίστη γίνεται σταθερή και επιδίδεται σε έργα αγάπης θωρακίζοντας τον πιστό απέναντι στις προκλήσεις και επιρροές του έξω κόσμου, «ζω γιατί ελπίζω» λέει ο λαός μας αναγνωρίζοντας την ασύγκριτη αξία της ελπίδας στην άσκηση τη καθημερινής ζωής.

Ούτε όμως η πίστη και η ελπίδα είναι σε θέση να πραγματοποιούν έργο σωτηρίας χωρίς την αγάπη. Μόνες, αν και σπουδαίες, είναι ελλιπείς και παραμένουν συνήθως άκαρπες. Με την αγάπη ολοκληρώνεται και ολοκληρώνουν τη ζωή μας, ώστε να προάγεται η διακονία του Σώματος της Εκκλησίας. Ολοκληρωμένη πίστη είναι η «δι’ αγάπης ενεργουμένη», λέει ο Απ. Παύλος ( Γαλ. 5,6) για να δείξει, ότι ο άνθρωπος δεν δικαιώνεται εφαρμόζοντας εξωτερικούς τύπους και νομικές διατάξεις.

Η αγάπη δεν είναι μόνο η ενεργοποίηση όλων των αρετών, αλλά και ο ιστός που τη συνδέει και γονιμοποιεί τη σχέση με το αντικείμενο τους δηλ. τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Είναι ο παράγοντας που ενώνει και ενώνεται με την ίδια ην πηγή της αγάπης, τον Θεό.
Το θαύμα καταλήγει με την εντολή στους δύο θεραπευμένους τυφλούς να μην ανακοινώσουν τίποτε από όσα έγιναν. Συνέβη όμως το ακριβώς αντίθετο καθώς εκείνοι το διαφήμισαν σε όλη την περιοχή. Η στάση τους θα συνιστούσε βέβαια παράβαση της εντολής. Όμως δεν αισθάνονται ένοχοι ούτε στη συνείδηση τους ούτε μπροστά στο Θεό, γιατί η πίστη τους διέθετε πληρότητα κι ενότητα τέτοια ώστε να προκαλέσει το θαύμα. Γι’ αυτό δεν δίστασαν να απαντήσουν με ένα «ναι» στον Ιησού πριν ακόμα το θαυματουργό χέρι φωτίσει τα δύο του μάτια.

Πώς να συγκρατήσουν την αλήθεια, όταν τα αισθήματα ευγνωμοσύνης πλημμύριζαν την καρδιά τους με αγάπη και τα μάτια τους με δάκοι χαράς;

Το τελευταίο στοιχείο ενότητας της πίστης είναι ασφαλώς η ελεύθερη έκφραση ευγνωμοσύνης μας προς τον Θεό, την οποία κανένας νόμος δεν μπορεί να εμποδίσει να εκδηλωθεί.

Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

TΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚHΣ TΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚHΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ) 4.7.2010

 

Το Ευαγγελιο Της Κυριακής
(Κατά Ματθαίον θ΄ 1-8)

Και εμβάς εις πλοίον διεπέρασε και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν. Και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον· και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ· θάρσει, τέκνον· αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου. και ιδού τίνες των γραμματέων είπον εν εαυτοίς· ούτος βλασφημεί. και ιδών ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν· Ίνα τι υμείς ενθυμείσθε πονηρά εν ταις καρδίαις υμών; τι γαρ εστίν ευκοπώτερον, ειπείν, αφέωνταί σου αι αμαρτίαι, η ειπείν, έγειρε και περιπάτει; ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας - τότε λέγει τω παραλυτικώ· εγερθείς άρόν σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκόν σου. και εγερθείς απήλθεν εις τον οίκον αυτού. ιδόντες δε οι όχλοι εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεόν τον δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις.



Μεταφραση
(Κατά Ματθαίον θ΄ 1-8)
Ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη λίμνη και ήρθε στην πόλη του. Τότε του έφεραν έναν παράλυτο ξαπλωμένο σ΄ ένα κρεβάτι. Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Θάρρος, παιδί μου, σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου». Τότε μερικοί από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: «Μα αυτός προσβάλλει το Θεό». Ο Ιησούς όμως, που κατάλαβε τις σκέψεις τους, είπε: «Γιατί κάνετε πονηρές σκέψεις; Τι είναι ευκολότερο να πω: σου συγχωρούνται οι αμαρτίες, ή να πω: σήκω και περπάτα; Για να μάθετε λοιπόν πως ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες πάνω στη γη» - λέει στον παράλυτο: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε και πήγε στο σπίτι του. Όταν ο κόσμος το είδε αυτό έμειναν κατάπληκτοι και δοξολόγησαν το Θεό, που έδωσε τέτοια εξουσία στους ανθρώπους.



TΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚHΣ





ΚΥΡΙΑΚΗ   ΣΤ΄  ΜΑΤΘΑΙΟΥ  (ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ)  4.7.2010
«Θάρσει, τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου»
  Αγαπητοί μου αδελφοί,
Ο Κύριός μας ήλθεν στον κόσμο από άπειρο αγάπη προς τον άνθρωπο και έπαθε επάνω στον Σταυρό Του, κυρίως δια να σώσει τον άνθρωπο από τα ψυχικά τραύματα, όμως - πλήρης αγάπης ελέους  και οικτιρμών - δεν ήταν αδιάφορος και δια τα σωματικά τραύματα του ανθρώπου.
Η αγάπη και το άπειρο έλεος του Κυρίου καταγράφεται από τον   ευαγγελιστή Ματθαίο στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, όταν συγγενείς και φίλοι οδηγούν τον παράλυτο της Καπερναούμ στο Μέγα Ιατρό της Ψυχής και του σώματος.
Και εκείνος, ο των όλων Κύριος, βλέποντας την υπομονή και επιμονή, και μάλιστα όλως ιδιαιτέρως την πίστη των τραυματιοφορέων της αγάπης λέγει στον πονεμένο και συνάμα δυστυχισμένο άνθρωπο: «έχε θάρρος, παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου» και  συγχρόνως, αφού είδε την μνησικακία των Γραμματέων του Νόμου, λέγει και πάλιν στον παράλυτο: «σήκω επάνω  και περπάτει».
Και, ω του θαύματος! ο παραλυτικός σηκώθηκε από το κρεβάτι του πόνου και από το στρώμα των κακώσεων, και υγιής πλέον έρχεται στο σπίτι του, ενώ με τα χείλη του δοξολογεί τον Κύριο, που  του χάρισε την διπλή υγεία και στην  ψυχή και στου σώμα.
Δυστυχώς, πόσοι και πόσοι και σήμερα άνθρωποι, σ΄αυτή την εποχή που ζούμε, δεν φέρουν σωματικά και ψυχικά τραύματα, τα οποία δυστυχώς δημιουργούν ποικίλα προβλήματα και πολλάκις δισεπίλυτα.
Το γεγονός τούτο καταγράφεται και στις μέρες μας, διότι οι άνθρωποι ζουν μακριά από την πηγή της σωτηρίας τους, ζουν μακριά και αποκομμένοι από τον Μέγα Ιατρό της ψυχής και του σώματος.
Ο λεγόμενος νεότερος πολιτισμός,  ο πολιτισμός της άρνησης, της απιστίας, της απομάκρυνσης από την αγάπη του Θεού Πατρός δημιουργεί πλείστα όσα σωματικά και ψυχικά τραύματα.
Αναρίθμητοι είναι οι ύπουλοι εχθροί που καταδυναστεύουν το ανθρώπινο σώμα και το οδηγούν στην απώλεια την καταστροφή, στον θάνατο τον σωματικό, πού είναι ο χωρισμός του σώματος από την ψυχή.
Φθόνοι, κακίες, μίση καταχρήσεις, πολυφαγία, πολυποσία, αλλά και ασέλγεια, όλα αυτά δηλητηριάζουν το σώμα του ανθρώπου με αποτέλεσμα να πονά και να οδύρεται και πολλάκις να δαπανά και μεγάλα χρηματικά ποσά νομίζοντας ότι θα βρεί την υγεία του.
Όμως, εάν πραγματικά ο άνθρωπος αγαπά και θέλει να είναι σωματικά υγιής, οφείλει να ακολουθήσει, θα λέγαμε σήμερα, τις συνταγές της υγιούς πνευματικής  διατροφής, να ακολουθήσει με άλλα λόγια τις διδασκαλίες της αμωμήτου πίστης μας, να ακολουθήσει εκείνες τις συνταγές που καταγράφουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, Αυτοί οι τραυματιοφορείς της αγάπης Χριστού, και να μη λέγει ότι οι νηστείες είναι μόνο  δια τους κληρικούς και μοναχούς.
Η νηστεία και μάλιστα η αποχή από τις δηλητηριώδεις τροφές συμβάλλει τα μέγιστα στην ευεξία και υγεία του ανθρωπίνου σώματος και κατά συνέπεια και στην υγεία της ψυχής.
Ο άνθρωπος  πολύ περισσότερο οφείλει να φροντίζει  δια την υγεία της ψυχής του, η οποία υπερέχει της σωματικής υγείας. Δεν πρέπει να  γίνεται μάλιστα πολλάκις και  σύγκρισις αυτής καθ΄ εαυτής της μεγάλης διαφοράς, διότι η νόσος της ψυχής είναι η αμαρτία, «κακό που αρρωστία ψυχής» λέγει ο Μέγας  Βασίλειος, τα δε «οψώνια της αμαρτίας θάνατος εστί».
Ο αμαρτωλός άνθρωπος παραλύει όχι μόνο σωματικά αλλά και ηθικά. Οι σωματικές και ηθικές του δυνάμεις  αδυνατούν και ομοιάζει ο άνθρωπος αυτός με τον παράλυτο της σημερινής ευαγγελικής  περικοπής, τον «επί κλίνης βεβλημένον».
Υπάρχουν βεβαίως και ασθένειες τις οποίες η επιστήμη δεν μπορεί, δυστυχώς ακόμα και σήμερα παρά  την αλματώδη πρόοδο, να βρεί τα μέσα της θεραπείας και  ο άνθρωπος πονά επάνω στο κρεβάτι, ως άλλος παράλυτος του ευαγγελίου.
Όμως καμία μα καμία ασθένεια ψυχική όσον και αν είναι βαριά παραμένει αθεράπευτος, διότι ο ιατρός της  ψυχής είναι αυτός ο Ιησούς, ο Μόνος αληθινός Θεός.
Όπως το φώς του ηλίου ζωογονεί και επικρατεί παντού, έτσι και η ψυχή του χριστιανού φωτιζόμενη από το αληθινό φώς αγιάζεται, τελειοποιείται και διαχέεται από την θεία αίγλη και την χάρη του Αγίου Πνεύματος  και τότε ο χριστιανός άνθρωπος φωτίζεται από το Θαβώριο φως.
Ο Κύριός μας θεράπευσε τον παράλυτο της Καπερναούμ σωματικά  και ψυχικά, διότι είδε την πηγαία και αυθόρμητη πίστη, την υπομονή, την καρτερία, τόσο του παράλυτου όσο και εκείνων των ανθρώπων της  αγάπης που αψήφησαν κόπους και θυσίες προκειμένου να οδηγήσουν αυτόν κοντά στο Χριστό.
Ο Ιησούς  Χριστός και σήμερα θεραπεύει τις σωματικές και ψυχικές μας ασθένειες, αρκεί να τον πιστέψουμε και να τον πλησιάσουμε με μετάνοια ειλικρινή και τότε ας ζητήσουμε ταπεινά το έλεός Του, την ευσπλαχνία Του, την χάρη και την ευλογία Του.
Και Εκείνος ο Οποίος ήλθε να σώσει τον άνθρωπο από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, θα μας ελευθερώσει από τα  σωματικά τραύματα, αλλά πολύ περισσότερο από τα τραύματα της ψυχής μας  και καθαρούς θα μας εισαγάγει στην ουράνιο βασιλεία του Πατρός Του και δικού μας Πατέρα.
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Ας ζητήσουμε, λοιπόν, ταπεινώς και εμείς την βοήθεια του Σωτήρος Χριστού εργαζόμενοι υπέρ της σωτηρίας της ψυχής μας, τώρα που ακόμα υπάρχει χρόνος μετανοίας.
Τραυματιοφορείς της αγάπης υπάρχουν και για μας σήμερα, αυτοί δεν είναι άλλοι από τους  πνευματικούς της Εκκλησίας μας. Ας τους πλησιάσουμε δια να ακούσουμε και εμείς όπως άκουσε ο παράλυτος του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος το: «θάρσει τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου», και, «εγερθείς άρον σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκον σου». ΑΜΗΝ.